Ancient Kassandra Sign

Αρχαιολογικοί Χώροι Κασσάνδρας (Ιερά)
Kassandra's Archaeological Sights (Sanctuaries)

Ancient Excavations
Γενικές Πληροφορίες
Monday, August 31, 2020
Η χερσόνησος της Παλλήνης(Κασσάνδρας) με το φυσικό της πλούτο και τη νευραλγική της θέση από πολύ νωρίς κέντρισε το ενδιαφέρον των κατοίκων της νοτίου Ελλάδος. Αποτέλεσμα ήταν να ιδρυθούν οκτώ αποικίες σε κοντινή απόσταση η μία με την άλλη, ενώ στην περίπτωση της Μένδης και της Σκιώνης υπήρχε και οπτική επαφή. Σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές ως παλαιότερη εμφανίζεται η Σκιώνη, αφού η ίδρυσή της ανάγεται στα χρόνια μετά τη λήξη του Τρωικού πολέμου. Οι ανασκαφικές έρευνες έδειξαν ότι η και η Μένδη (12ος αιώνα π.Χ.) είναι μια από τις πρώτες αποικίες που ιδρύονται στη χερσόνησο της Παλλήνης. Εξάλλου δεν πρέπει να είναι τυχαίο το γεγονός ότι η Μένδη και η Σκιώνη, των οποίων η ίδρυση φαίνεται να προηγείται των υπολοίπων, γειτνιάζουν κιόλας. Στον 8ο αιώνα π.Χ. τοποθετείται η ίδρυση της Άφυτις και της Σάνης, όπως προκύπτει από τα ανασκαφικά δεδομένα, ενώ από τους αρχαίους συγγραφείς μαρτυρείται η ίδρυση της Ποτίδαιας τον 6ο αιώνα π.Χ. Οι πρώτες αναφορές για τη Θέραμβο βρίσκονται στις πηγές του 6ου αιώνα π.Χ. και για τη Νεάπολη και την Αιγή στις πηγές του 5ου αιώνα π.Χ.
Η επιλογή των θέσεων σαφώς και δεν θα ήταν τυχαία. Κύριο λόγο θα είχαν τα φυσικά χαρακτηριστικά του τόπου και τα πλεονεκτήματα που θα πρόσφερε η υποψήφια θέση. Έτσι παρατηρούμε ότι όλες οι πόλεις ιδρύονται σε θέσεις φυσικά οχυρές και δίπλα στη θάλασσα. Ειδικά για τη Μένδη, μια από τις παλαιότερες αποικίες της χερσονήσου, επιλέχτηκε ένα καίριο σημείο στο νότιο άκρο της Παλλήνης, απ’ όπου είναι δυνατός ο έλεγχος των εμπορικών δρόμων προς βορρά και προς ανατολάς. Παράλληλα, υπάρχουν και περιπτώσεις όπου επιλέγονται θέσεις με προϋπάρχουσα κατοίκηση. Είναι πιθανό, μάλιστα, οι νέοι κάτοικοι να συνυπάρξανε με τους παλιότερους. Συγκεκριμένα στην Άφυτι (λόφος Κουτσόμυλος) και στη Σάνη (Πύργος) εντοπίστηκαν οικιστικά λείψανα της εποχής του Χαλκού και της πρώιμης εποχής του Σιδήρου, στο ύψωμα Αράπης, όπου τοποθετείται η αρχαία Θέραμβος, λείψανα της ύστερης εποχής του Χαλκού και της πρώιμης εποχής του Σιδήρου και στην τούμπα του Πολύχρονου, όπου αναζητείται μια από τις αρχαίες πόλεις Νεάπολις ή Αιγή, λείψανα της πρώιμης εποχής του Χαλκού.
Επίσης, διαπιστώνουμε ότι για τις περισσότερες αποικίες, αν και δηλώνεται από τις αρχαίες πηγές η επιβίωσή τους μέχρι και τα ρωμαϊκά χρόνια, κάτι τέτοιο δεν έχει ακόμα επιβεβαιωθεί ανασκαφικά. Κυρίως οι γνώσεις μας περιορίζονται στην αρχαϊκή και κλασική περίοδο. Εξαίρεση αποτελούν η πόλη της Ποτίδαιας, όπου η συνεχής κατοίκησή της από τα αρχαϊκά μέχρι τα ρωμαϊκά χρόνια είναι έκδηλη ανασκαφικά και η αρχαία πόλη που τοποθετείται στο Πολύχρονο, όπου εντοπίστηκαν ίχνη ρωμαϊκής εγκατάστασης. Λείψανα ρωμαϊκών χρόνων ανασκάφθηκαν και στο ιερό του Ποσειδώνα στο Ποσείδι, ενώ στο ιερό του Άμμωνα Δία στην Καλλιθέα παρατηρήθηκε έντονη οικοδομική δραστηριότητα τον 1o- 3o αιώνα μ.Χ. Για τις υπόλοιπες αποικίες απουσιάζουν τα ανασκαφικά δεδομένα.
Παρ’ όλη την αποσπασματική εικόνα είμαστε σε θέση να παρατηρήσουμε ότι οι πόλεις που ιδρύθηκαν στη χερσόνησο της Παλλήνης μπορεί να μην εξελίχθηκαν σε μεγάλα κέντρα, γνώρισαν, όμως, μια περίοδο ακμής και οικονομικής άνθισης. Η οικονομία τους στηριζόταν στο εμπόριο και στην εξαγωγή πλουτοπαραγωγικών υλών, οίνου και ξυλείας. Ως οικονομικά πιο ισχυρές εμφανίζονται πρώτα η Ποτίδαια, μετά η Μένδη και η Σκιώνη, κατόπιν η Άφυτις, ακολουθούν η Σάνη, η Νεάπολη και η Αιγή και τέλος η Θέραμβος. Η εικόνα αυτή προκύπτει με βάση το Συμμαχικό φόρο που κατέβαλλε η κάθε πόλη, αλλά και από το γεγονός αν είχε τη δυνατότητα να κόβει δικό της νόμισμα. Όσον αφορά στα ποσά του φόρου αξίζει να αναφέρουμε ότι η Ποτίδαια πλήρωνε 6/15 τάλαντα, η Μένδη 8/15, η Σκιώνη 6/15, η Αφυτις, η Νεάπολις και η Αιγή μισό και η Θέραμβος μόλις 1.000 δραχμές. Από αυτές δικό τους νόμισμα κυκλοφορούσαν η Ποτίδαια, η Μένδη, η Σκιώνη, η Αφυτις και ίσως η Νεάπολις. Ειδικά το οικονομικό σθένος της Μένδης διαφαίνεται και από το γεγονός ότι το νόμισμά της, ο «μενδαίος όνος», εντοπίστηκε σε διάφορα σημεία της μεσογειακής λεκάνης, αλλά και από το ότι ήταν η μόνη από τις πόλεις της Παλλήνης που ίδρυσε δικές της αποικίες: τη Νεάπολη στην ανατολική ακτή της χερσονήσου και την Ηιώνα στις εκβολές του Στρυμόνα.
Αναφορικά με τους δεσμούς, που διατηρούσαν οι αποικίες με τις μητροπόλεις τους, τα στοιχεία που διαθέτουμε είναι περιορισμένα. Ειδικά οι σχέσεις της Ποτίδαιας με τη μητρόπολή της Κόρινθο έχουν πολύ χαρακτηριστικά αποτυπωθεί στο θεσμό των επιδημιουργών, που έστελνε κάθε έτος η μητρόπολη. Για τη γειτονική της Άφυτις, αποικία της Ερέτριας, δηλωτική των επαφών της με το νησί της Εύβοιας είναι επιγραφή ωνής από την Άφυτι σε ιωνική διάλεκτο με ευβοϊκές επιρροές και με ονόματα που απαντώνται και στην Εύβοια . Εξάλλου η επιλογή των αποίκων να λατρέψουν τον Διόνυσο σε σπήλαιο στην κατάφυτη περιοχή της Καλλιθέας θα πρέπει να σχετίζεται με το γεγονός ότι και στη βόρεια Εύβοια μαρτυρείται λατρεία του θεού σε σπήλαιο. Ίσως να πρόκειται για ένα λατρευτικό έθιμο που υιοθετείται και μεταφέρεται από τους αποίκους στο νέο τόπο κατοικίας τους. Ανάλογοι δεσμοί και δάνεια παρατηρούνται και στην περίπτωση της Μένδης. Το όνομά της σχετίζεται με το αρωματικό φυτό «μίνθη», αλλά και με τον αρχαίο δήμο «Μινθούντα» της μητρόπολης της Ερέτριας. Η παρουσία των κυκλικών λιθόστρωτων (8ος αιώνα π.Χ.) σε οικίες στο Προάστειο και του πρωτογεωμετρικού αψιδωτού λατρευτικού κτιρίου στο ιερό του Ποσειδώνα δηλώνει τους ιδιαίτερους δεσμούς με την μητρόπολή της, αφού ανάλογα οικοδομικά λείψανα εντοπίστηκαν και στο Λευκαντί.
Το κύριο, όμως. υλικό στο οποίο έχουν αποτυπωθεί οι σχέσεις των αποικιών τόσο με τις μητροπόλεις τους όσο και με άλλες πόλεις ή περιοχές είναι η κεραμική. Καθώς στην ίδρυση των αποικιών της Παλλήνης πρωτοστάτησαν σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές οι Ερετριείς θα αναμέναμε η συγκεκριμένη μαρτυρία να επιβεβαιώνεται ανασκαφικά με τα ευρήματα της κεραμικής από τις εξεταζόμενες πόλεις. Πράγματι στην Αφυτι, στο ιερό του Διονύσου και των Νυμφών, εντοπίστηκε ευβοϊκή κεραμική του 8ου αιώνα π.Χ. (τμήματα σκύφων με κρεμάμενα ομόκεντρα ημικύκλια), ενώ ανάλογη είναι και η εικόνα από τη Σάνη, όπου βρέθηκαν όστρακα ερετριακά υπογεωμετρικής περιόδου και όστρακα με ευβοϊκές επιρροές στη διακόσμηση. Πιο χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Μένδης. Από τη θέση Βίγλα προέρχεται υστερομυκηναϊκή και πρωτογεωμετρική κεραμική ανάλογη με σύγχρονα παραδείγματα από το Λευκαντί, ενώ στο Προάστειο ανασκάφθηκε κεραμική πρωτογεωμετρική και γεωμετρική με ευβοϊκές επιρροές (ντόπια αγγεία με ομόκεντρους κύκλους, σκύφοι με κρεμάμενα ημικύκλια). Την ίδια εικόνα συναντάμε και στο γειτονικό ιερό του Ποσειδώνα, στο Ποσείδι (υστερομυκηναϊκή, πρωτογεωμετρική και γεωμετρική κεραμική με ευβοϊκές επιρροές και αντίστοιχη με την κεραμική του Λευκαντίου).
Φαίνεται, λοιπόν, ότι ευβοϊκές επιρροές κατακλύζουν την χερσόνησο της Παλλήνης κατά την υστερομυκηναϊκή με γεωμετρική περίοδο. Μάλιστα η περίπτωση της Παλλήνης εντάσσεται σε ένα γενικότερο φαινόμενο, που διαπιστώνεται στον ευρύτερο χώρο του βόρειου Αιγαίου και της Μακεδονίας την ίδια περίοδο. Έντονη ευβοϊκή παρουσία εντοπίζεται και σε άλλες θέσεις τόσο της Χαλκιδικής (Τορώνη, Κούκος Συκιάς, Παρθενώνας) όσο και γύρω από το Θερμαϊκό κόλπο (Νέα Αγχίαλος, Τούμπα Θεσσαλονίκης, Καραμπουρνάκι). Σαφώς και η εικόνα αυτή αντικατοπτρίζει τις εμπορικές δραστηριότητες που ανέπτυξαν οι Ευβοείς κατά την υστερομυκηναϊκή με γεωμετρική περίοδο στην περιοχή του βόρειου Αιγαίου αναζητώντας πηγές πρώτων υλών (χρυσός, χαλκός, σίδηρος), θα μπορούσε, όμως, να είναι και μια απόδειξη του πρώιμου αποικισμού της περιοχής από τους Ευβοείς θαλασσοπόρους.
Οι σχέσεις των αποικιών της Παλλήνης με την Εύβοια φαίνεται να εξασθενούν στο τέλος της γεωμετρικής περιόδου, ενώ αντιθέτως αναπτύσσονται επαφές με την Ιωνία, την Αιολίδα, τις Κυκλάδες, την Κόρινθο και την Αττική. Τον 8ο με 6ο αιώνα π.Χ. κυριαρχούν οι επιρροές από την Ιωνία, τις Κυκλάδες και την Αιολίδα, όπως πολύ χαρακτηριστικά παρατηρείται στην κεραμική από το ιερό της Σάνης, στα ταφικά αγγεία από τη Μένδη και το Πολύχρονο, στην κεραμική από το ιερό του Ποσειδώνα στο Ποσείδι , στην κεραμική και σε έργα πλαστικής από την Ποτίδαια. Στις αρχές του 6ου αιώνα π.Χ. η ίδρυση της κορινθιακής Ποτίδαιας σηματοδοτεί την έναρξη επαφών με την Κόρινθο, οι οποίες επιβεβαιώνονται από την εύρεση κορινθιακής κεραμικής του 6ου αιώνα π.Χ. στην Ποτίδαια, στις γειτονικές Άφυτις και Σάνη, στο Πολύχρονο, στη Σκιώνη και στη Μένδη. Από τα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ. και κυρίως τον 5ο αιώνα π.Χ. δεσπόζει η Αθήνα με την αττική κεραμική να κυριαρχεί στις αποικίες (Ποτίδαια, Άφυτις, Σάνη, Πολύχρονο, Σκιώνη, Μένδη) και με αττικές επιρροές να εντοπίζονται και σε έργα πλαστικής (Ποτίδαια). Σαφώς ρόλο στην έντονη αττική παρουσία του 5ου αιώνα π.Χ. θα έπαιξε η ίδρυση της Αθηναϊκής Συμμαχίας και η συμμετοχή τον αποικιών της Χαλκιδικής σε αυτήν.
Όσον αφορά στην τοπογραφία τους και στην οργάνωσή τους διαπιστώνουμε ότι οι περισσότερες αποικίες ιδρύονται σε θέση φυσικά οχυρή (Άφυτις, Σκιώνη - θέση «Μύτικας», Μένδη - θέση «Βίγλα», Πολύχρονο - λόφος Γηρομοίρι). Συνήθως στο ύψωμα τοποθετείται η ακρόπολη και γύρω στις πλαγιές αναπτύσσεται η πόλη με το νεκροταφείο. Έτσι οι οικίες κατασκευάζονται σε επίπεδα και προσαρμόζονται στη μορφολογία του εδάφους (Άφυτις), ανεγείρονται πάνω σε άνδηρα (Πολύχρονο) και χτίζονται αμφιθεατρικά στις πλαγιές (Μένδη). Πολλές φορές αξιοποιούν και τον φυσικό βράχο ενσωματώνοντας τον στην κατασκευή τους (Άφυτις, Μένδη). Κατά την κλασική εποχή συντελείται μια αλλαγή στην οργάνωση των πόλεων. Εφαρμόζονται οι νέες αρχές του ιπποδάμειου συστήματος με φαρδιές οδούς που τέμνονται κάθετα μεταξύ τους και με μεγάλες οικίες, που διαθέτουν ευρύχωρα δωμάτια. Η εικόνα αυτή έχει αποτυπωθεί πολύ χαρακτηριστικά στην πόλη της Μένδης, ενώ διαφαίνεται στη Σκιώνη και στην Άφυτι . Κατά την ελληνιστική εποχή τυπικό παράδειγμα της νέας πολεοδομικής οργάνωσης αποτελεί η Κασσάνδρεια. Τις γνώσεις μας για τις αποικίες της Παλλήνης έρχεται να συμπληρώσει η ανασκαφή των νεκροταφείων τους. Συγκεκριμένα ερευνήθηκαν τμήματα των νεκροταφείων της Άφυτις, του Πολύχρονου, της Σκιώνης και της Μένδης. Και τα τέσσερα χρονολογούνται στα αρχαϊκά με κλασικά χρόνια.
Στη Μένδη και τη Σκιώνη τα τμήματα που ανασκάφθηκαν περιελάμβαναν μόνο παιδικές ταφές. Παιδικές ταφές κυριαρχούν και στο Πολύχρονο, ενώ εμφανίζονται και λίγες ταφές ενηλίκων. Όσον αφορά στην οργάνωσή τους παρατηρούμε ότι οι ταφές τοποθετούνται σε συστάδες στην Άφυτι και το Πολύχρονο, ενώ στη Σκιώνη σε παράλληλες σειρές. Μάλιστα στη Σκιώνη λόγω της κλίσης του εδάφους κατασκευάστηκαν άνδηρα πάνω στα οποία ανοίχτηκαν οι τάφοι. Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η περίπτωση της Μένδης, όπου οι ταφές προσανατολίζονται παράλληλα με τη θάλασσα, όπως στην Άκανθο και στην Αγία Παρασκευή. Σε όλα τα νεκροταφεία εμφανίζονται τάφοι λακκοειδείς και κιβωτιόσχημοι, ενώ στις τρεις περιπτώσεις (Πολύχρονο, Σκιώνη, Μένδη) και εγχυτρισμοί. Όμως, κάθε αποικία παρουσιάζει και κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Στην Άφυτι συναντάμε και ταφές σε σαρκοφάγους, ενώ ξεχωριστό γνώρισμά της είναι η επιτόπια καύση του νεκρού και ο ενταφιασμός του σε λάκκο. Στο νεκροταφείο της Σκιώνης οι κιβωτιόσχημοι τάφοι αποτελούν μια ιδιαίτερη κατηγορία, καθώς πρόκειται για λάκκους που επενδύονται με πήλινες πλάκες.
Ξεχωριστής αναφοράς χρήζουν οι εγχυτρισμοί. Τα ταφικά αγγεία στερεώνονται με αργούς λίθους και τα στόμιά τους κλείνουν με λίθο, όστρακο, πήλινο πώμα ή πηλό. Στην περίπτωση του Πολύχρονου λιθοσωρός κάλυπτε το στόμιο των αγγείων. Τα ταφικά αγγεία από τη Μένδη παρουσιάζουν στο σχήμα και στη διακόσμηση έντονες επιρροές από τις Κυκλάδες, την Ερέτρια, την Αιολίδα και την Κόρινθο, ενώ στα αντίστοιχα του Πολύχρονου εμφανής είναι η επίδραση της βορειοδυτικής Μ. Ασίας. Οι τάφοι που ερευνήθηκαν ήταν πλούσια κτερισμένοι με εξαίρεση τη Μένδη. Μάλιστα στο Πολύχρονο και στη Σκιώνη κτερίσματα εντοπίστηκαν και έξω από τις ταφές. Πρόκειται, πιθανώς, για ένα ταφικό τελετουργικό κατά το οποίο οι συγγενείς μετά τον ενταφιασμό του νεκρού συνήθιζαν να πετούν στον τάφο αγγεία και ειδώλια. Τέλος, στο νεκροταφείο του Πολύχρονου εμφανίζεται και ένα ακόμα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό. Μεταξύ των τάφων εντοπίστηκαν μεγάλες πυρές και σωροί αγγείων, που σχετίζονταν με την προσφορά εναγισμών στους νεκρούς.
Η τοπογραφική προσέγγιση των αποικιών στη χερσόνησο της Παλλήνης ολοκληρώνεται με τον εντοπισμό των ιερών, που φαίνεται ότι υπάγονταν στην επικράτεια τους. Όσον αφορά στην Ποτίδαια από τις αρχαίες πηγές πληροφορούμαστε την ύπαρξη ναού του Ποσειδώνα, η θέση του οποίου δεν έχει ακόμα εντοπιστεί με βεβαιότητα. Επίσης, οι ανασκαφές έφεραν στο φως έξω από το νότιο τείχος της Ποτίδαιας πιθανώς ένα ιερό της Δήμητρας, το οποίο δεν αναφέρεται στις αρχαίες πηγές και του οποίου η ταύτιση δεν είναι ακόμα ασφαλής. Στην επικράτεια της Άφυτις υπάγονταν τα φημισμένα ήδη από την αρχαιότητα ιερά του Διονύσου και του Άμμωνα Δία, που εντοπίστηκαν ανασκαφικά στην περιοχή της Καλλιθέας, ενώ φαίνεται ότι στον ίδιο χώρο υπήρχε λατρεία των Νυμφών και των Θεσμοφόρων θεών. Στο Ποσείδι, δίπλα στη Μένδη, ανασκάφθηκε ιερό του Ποσειδώνα και στη Σάνη ιερό της Άρτεμης, για τα οποία, όμως, απουσιάζουν οι αρχαίες μαρτυρίες. Παράλληλα, από αναθηματική επιγραφή πληροφορούμαστε την ύπαρξη ιερού του Απόλλωνα Καναστραίου, το οποίο αναζητείται στην περιοχή της Θεράμβου και για το οποίο μόνο έμμεσες πληροφορίες μπορούμε να αντλήσουμε από τις αρχαίες πηγές.
Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι από τις αρχαίες πηγές στοιχεία παρέχονται μόνο για τα ιερά του Διονύσου (Ξενοφών, Ε, 3, 19) και του Άμμωνα Δία (Παυσανίας, ΙΠ, 18,3) στην Άφυτι και για το ναό του Ποσειδώνα στην Ποτίδαια (Ηρόδοτος, Η, 129), ενώ αφήνονται υπόνοιες για την ύπαρξη ιερού στο ακρωτήριο Καναστραίο (Σκύλαξ, Περίπλους 66). Για τα υπόλοιπα ιερά της χερσονήσου οι πηγές σιωπούν. Εντύπωση, μάλιστα, προκαλεί το γεγονός ότι το ιερό του Ποσειδώνα στο Ποσείδι, ενώ φαίνεται ότι ήταν από τα παλαιότερα ιερά της Παλλήνης -η λατρεία στο χώρο του ξεκινά από τα τέλη της μυκηναϊκής περιόδου και συνεχίζεται αδιάλειπτα μέχρι τα ύστερα ελληνιστικά χρόνια-, δεν αναφέρεται από κανέναν αρχαίο συγγραφέα.
Ελπίζουμε οι νέες ανασκαφικές έρευνες να φωτίσουν καλύτερα την τοπογραφική οργάνωση των αποικιών της χερσονήσου της Παλλήνης και να δοθούν οι ζητούμενες απαντήσεις.


Ancient Kassandra Sign

Το Ιερό του Άμμωνος Διός στην Καλλιθέα Χαλκιδικής
Ammon Zeus Sanctuary in Kallithea, Halkidiki

Sanctuary of Ammon Zeus
Ancient Afytos
Η ιστορία του ιερού
Monday, August 31, 2020
Η λατρεία του Άμμωνος Διός στη Μακεδονία εντοπίζεται μόνο στην περιοχή της Αφύτιος από τα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ., όπου υπήρχε μεγαλοπρεπές ιερό του θεού. Η λατρεία του θεού είχε ως αφετηρία τις Θήβες της Αιγύπτου. Εκεί, κατά την εποχή της 12ης αιγυπτιακής δυναστείας (αρχές 2ης χιλιετηρίδας π.Χ.), οι Θήβες έγιναν πρωτεύουσα της χώρας και ο Άμμων ο πρώτος θεός όλης της Αιγύπτου. Ο σύνδεσμος όμως μεταξύ του Διός και του Άμμωνος καθώς και της μεταφοράς της λατρείας του στον ελλαδικό χώρο υπήρξε η δωρική αποικία της Κυρήνης στη Λιβύη. Οι Κυρηναίοι ήταν οι πρώτοι που προσέδωσαν στον Άμμωνα μαντικές ικανότητες συνδέοντας τον με τον Δία στο τελευταίο τέταρτο του 6ου αιώνα π.Χ., όπως φαίνεται από νομίσματα που έκοψαν και που απεικονίζουν τον Άμμωνα Δία με κέρατα κριαριού, ενώ ο πρώτος συγγραφέας που αναφέρει το μαντείο του Άμμωνος στη Λιβύη είναι ο Ηρόδοτος, στο γνωστό επεισόδιο με τον Κροίσο.
Οι κύριες πηγές πληροφοριών της σύνδεσης του Άμμωνος με τον Δία και της εξάπλωσης της λατρείας του στην Ελλάδα μέχρι τη Δωδώνη, είναι ο Ηρόδοτος και ο Πίνδαρος. Ο Ηρόδοτος χαρακτηρίζει τον Δία ως Θηβαίο και τον ταυτίζει με τον Άμμωνα δίνοντας μας και την πληροφορία ότι οι Αιγύπτιοι τον απεικόνιζαν κριόμορφο, ενώ ο Πίνδαρος σε τέσσερεις πυθιόνικους αφιερωμένους σε βασιλείς της Κυρήνης αναφέρεται στον Δία Άμμωνα και σε έναν από τους οποίους, επικαλείται τον Άμμωνα ως Ολύμπου δεσπότη. Εξάλλου στον Πίνδαρο αποδίδεται και η ίδρυση του πρώτου ιερού του Άμμωνος στη Θήβα για το οποίο μας πληροφορεί ο Παυσανίας. Έπειτα από τη Θήβα η λατρεία του Άμμωνος εξαπλώθηκε στη Σπάρτη, την Ολυμπία, την Αθήνα και στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. την Άφυτι με το γνωστό περιστατικό του Λυσάνδρου.
Η λατρεία του θεού εισήχθη στο ιερό στο α’ μισό του 4ου αιώνα π.Χ.. Τότε κτίστηκε από τους κατοίκους της Αφύτιος βωμός ή περίβολος, που δεν πρόλαβε να ολοκληρωθεί. Στην περιοχή του σπηλαίου και των πηγών νερού κτίστηκε κρηναίο οικοδόμημα, προκειμένου να γίνει μεταφορά νερού στον καινούριο χώρο λατρείας, εξαιτίας της στενής σχέσης του Άμμωνος με το νερό και της απαραίτητης ύπαρξης δεξαμενής νερού στα ιερά του. Ο αγωγός έφερνε το νερό από το κρηναίο οικοδόμημα κοντά στο σπήλαιο σε κατασκευή μπροστά στην είσοδο του ναού για τις ανάγκες της λατρείας. Από την κατασκευή ξεκινούσε λίθινο ρείθρο που παροχέτευε το νερό προς τα ανατολικά, προς τη θάλασσα δηλαδή. Μετά από την προσάρτηση της Χαλκιδικής στο βασίλειο της Μακεδονίας κτίστηκε δωρικός περίπτερος ναός και στα ανατολικά του υπαίθριος διάδρομος που πλαισιωνόταν από μνημειακά βάθρα με γλυπτά. Η κατασκευή του ναού και των βάθρων χρονολογείται στο β’ μισό του 4ου αιώνα π.χ., πιθανότατα στα χρόνια του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Η λατρεία του Άμμωνος Διός στη Μακεδονία παρέμεινε μόνο στην περιοχή της Αφύτιος, αλλά συνδέθηκε άμεσα με τη δυναστεία των Τημενιδών και κυρίως με τον Φίλιππο Β΄ και τον Αλέξανδρο Γ΄. Είναι γνωστό ότι όταν ο Φίλιππος ταραγμένος από τη θέα φιδιών στο κρεβάτι της Ολυμπιάδας έστειλε πρεσβεία στο μαντείο των Δελφών για να πάρει χρησμό, η Πυθία του απάντησε να σέβεται και να τιμά με θυσίες τον Άμμωνα. Αργότερα είδε τον ίδιο το θεό με μορφή φιδιού να συνευρίσκεται με την Ολυμπιάδα. Ο Αλέξανδρος λοιπόν θεωρούσε τον εαυτό του ως γιο του Άμμωνος Διός, ύστερα από τα λεγόμενα της Ολυμπιάδας, γεγονός που προσπάθησε να επιβεβαιώσει ύστερα από την επίσκεψή του στο μαντείο του θεού στην όαση Σίβα. Ύστερα από αυτό ο Αλέξανδρος ακολούθησε τις οδηγίες του θεού τελώντας θυσίες στους θεούς που το μαντείο τον είχε συμβουλεύσει, ενώ στη συνέχεια της εκστρατείας του τίμησε και τον ίδιο τον Άμμωνα με σπονδές, όπως αναφέρει ο Αρριανός.
Το ιερό του Άμμωνος στην Άφυτι επισκευάστηκε πιθανότατα στα χρόνια της βασιλείας του Φιλίππου Ε΄, περίοδος που η Άφυτις ξανακόβει δικό της νόμισμα. Παρατηρείται δηλαδή μετά τον Αλέξανδρο μια στροφή προς τη λατρεία του Άμμωνος στα χρόνια της βασιλείας του Φιλίππου Ε΄. Πιθανότατα η στροφή θα πρέπει να συνδεθεί με τις διπλωματικές σχέσεις που σύνηψε ο Φίλιππος Ε΄ με τον Αννίβα εναντίον των Ρωμαίων, εφόσον ο Αννίβας υπήρξε προσωπικότητα που συνέδεσε το όνομά του με το ιερό του θεού στη Λιβύη.
Στη ρωμαϊκή εποχή το κρηναίο οικοδόμημα δεν λειτουργούσε και αντ’ αυτού υπήρχε σειρά δεξαμενών. Μια από αυτές έχει εντοπιστεί πεσμένη νότια και δυτικά του κρηναίου οικοδομήματος, ενώ έχουν εντοπιστεί και τμήματα άλλων.


Η λατρεία του Άμμωνα
Monday, August 31, 2020
Η λατρεία του Άμμωνος Διός στη Μακεδονία εντοπίζεται μόνο στην περιοχή της Αφύτιος από τα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ., όπου υπήρχε μεγαλοπρεπές ιερό του θεού. Η λατρεία του θεού είχε ως αφετηρία τις Θήβες της Αιγύπτου. Εκεί, κατά την εποχή της 12ης αιγυπτιακής δυναστείας (αρχές 2ης χιλιετηρίδας π.Χ.), οι Θήβες έγιναν πρωτεύουσα της χώρας και ο Άμμων ο πρώτος θεός όλης της Αιγύπτου. Ο σύνδεσμος όμως μεταξύ του Διός και του Άμμωνος καθώς και της μεταφοράς της λατρείας του στον ελλαδικό χώρο υπήρξε η δωρική αποικία της Κυρήνης στη Λιβύη. Οι Κυρηναίοι ήταν οι πρώτοι που προσέδωσαν στον Άμμωνα μαντικές ικανότητες συνδέοντας τον με τον Δία στο τελευταίο τέταρτο του 6ου αιώνα π.Χ., όπως φαίνεται από νομίσματα που έκοψαν και που απεικονίζουν τον Άμμωνα Δία με κέρατα κριαριού, ενώ ο πρώτος συγγραφέας που αναφέρει το μαντείο του Άμμωνος στη Λιβύη είναι ο Ηρόδοτος, στο γνωστό επεισόδιο με τον Κροίσο.
Οι κύριες πηγές πληροφοριών της σύνδεσης του Άμμωνος με τον Δία και της εξάπλωσης της λατρείας του στην Ελλάδα μέχρι τη Δωδώνη, είναι ο Ηρόδοτος και ο Πίνδαρος. Ο Ηρόδοτος χαρακτηρίζει τον Δία ως Θηβαίο και τον ταυτίζει με τον Άμμωνα δίνοντας μας και την πληροφορία ότι οι Αιγύπτιοι τον απεικόνιζαν κριόμορφο, ενώ ο Πίνδαρος σε τέσσερεις πυθιόνικους αφιερωμένους σε βασιλείς της Κυρήνης αναφέρεται στον Δία Άμμωνα και σε έναν από τους οποίους, επικαλείται τον Άμμωνα ως Ολύμπου δεσπότη. Εξάλλου στον Πίνδαρο αποδίδεται και η ίδρυση του πρώτου ιερού του Άμμωνος στη Θήβα για το οποίο μας πληροφορεί ο Παυσανίας. Έπειτα από τη Θήβα η λατρεία του Άμμωνος εξαπλώθηκε στη Σπάρτη, την Ολυμπία, την Αθήνα και στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. την Άφυτι με το γνωστό περιστατικό του Λυσάνδρου.
Η λατρεία του θεού εισήχθη στο ιερό στο α’ μισό του 4ου αιώνα π.Χ.. Τότε κτίστηκε από τους κατοίκους της Αφύτιος βωμός ή περίβολος, που δεν πρόλαβε να ολοκληρωθεί. Στην περιοχή του σπηλαίου και των πηγών νερού κτίστηκε κρηναίο οικοδόμημα, προκειμένου να γίνει μεταφορά νερού στον καινούριο χώρο λατρείας, εξαιτίας της στενής σχέσης του Άμμωνος με το νερό και της απαραίτητης ύπαρξης δεξαμενής νερού στα ιερά του. Ο αγωγός έφερνε το νερό από το κρηναίο οικοδόμημα κοντά στο σπήλαιο σε κατασκευή μπροστά στην είσοδο του ναού για τις ανάγκες της λατρείας. Από την κατασκευή ξεκινούσε λίθινο ρείθρο που παροχέτευε το νερό προς τα ανατολικά, προς τη θάλασσα δηλαδή. Μετά από την προσάρτηση της Χαλκιδικής στο βασίλειο της Μακεδονίας κτίστηκε δωρικός περίπτερος ναός και στα ανατολικά του υπαίθριος διάδρομος που πλαισιωνόταν από μνημειακά βάθρα με γλυπτά. Η κατασκευή του ναού και των βάθρων χρονολογείται στο β’ μισό του 4ου αιώνα π.χ., πιθανότατα στα χρόνια του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Η λατρεία του Άμμωνος Διός στη Μακεδονία παρέμεινε μόνο στην περιοχή της Αφύτιος, αλλά συνδέθηκε άμεσα με τη δυναστεία των Τημενιδών και κυρίως με τον Φίλιππο Β΄ και τον Αλέξανδρο Γ΄. Είναι γνωστό ότι όταν ο Φίλιππος ταραγμένος από τη θέα φιδιών στο κρεβάτι της Ολυμπιάδας έστειλε πρεσβεία στο μαντείο των Δελφών για να πάρει χρησμό, η Πυθία του απάντησε να σέβεται και να τιμά με θυσίες τον Άμμωνα. Αργότερα είδε τον ίδιο το θεό με μορφή φιδιού να συνευρίσκεται με την Ολυμπιάδα. Ο Αλέξανδρος λοιπόν θεωρούσε τον εαυτό του ως γιο του Άμμωνος Διός, ύστερα από τα λεγόμενα της Ολυμπιάδας, γεγονός που προσπάθησε να επιβεβαιώσει ύστερα από την επίσκεψή του στο μαντείο του θεού στην όαση Σίβα. Ύστερα από αυτό ο Αλέξανδρος ακολούθησε τις οδηγίες του θεού τελώντας θυσίες στους θεούς που το μαντείο τον είχε συμβουλεύσει, ενώ στη συνέχεια της εκστρατείας του τίμησε και τον ίδιο τον Άμμωνα με σπονδές, όπως αναφέρει ο Αρριανός.
Το ιερό του Άμμωνος στην Άφυτι επισκευάστηκε πιθανότατα στα χρόνια της βασιλείας του Φιλίππου Ε΄, περίοδος που η Άφυτις ξανακόβει δικό της νόμισμα. Παρατηρείται δηλαδή μετά τον Αλέξανδρο μια στροφή προς τη λατρεία του Άμμωνος στα χρόνια της βασιλείας του Φιλίππου Ε΄. Πιθανότατα η στροφή θα πρέπει να συνδεθεί με τις διπλωματικές σχέσεις που σύνηψε ο Φίλιππος Ε΄ με τον Αννίβα εναντίον των Ρωμαίων, εφόσον ο Αννίβας υπήρξε προσωπικότητα που συνέδεσε το όνομά του με το ιερό του θεού στη Λιβύη.
Στη ρωμαϊκή εποχή το κρηναίο οικοδόμημα δεν λειτουργούσε και αντ’ αυτού υπήρχε σειρά δεξαμενών. Μια από αυτές έχει εντοπιστεί πεσμένη νότια και δυτικά του κρηναίου οικοδομήματος, ενώ έχουν εντοπιστεί και τμήματα άλλων.


Ανασκαφές
Monday, August 31, 2020
Η λατρεία του Άμμωνος Διός στην Άφυτι υπήρξε γνωστή από τις πηγές. Συγκεκριμένα ο Παυσανίας αναφέρει στο τρίτο βιβλίο του ότι κατά την πολιορκία της Αφύτου από το Λύσανδρο, παρουσιάστηκε στον ύπνο του ο Άμμων και τον συμβούλευσε να λύσει την πολιορκία, όπως και τελικά έκανε. Το ίδιο περιστατικό μας το παραδίδει και ο Πλούταρχος στο βίο του Λυσάνδρου, ενώ ο ίδιος στο βίο του Αλεξάνδρου, μας πληροφορεί ότι στο Φίλιππο δόθηκε χρησμός από το μαντείο των Δελφών να θυσιάσει στον Άμμωνα. Ο Στέφανος Βυζάντιος επίσης μας παραδίδει την πληροφορία ότι στην Άφυτι υπήρχε μαντείο του θεού. Επίσης θα πρέπει να αναφερθεί ότι στην περιοχή της Αφύτιος υπήρχε λατρεία του Διονύσου και των Νυμφών, όπως αποδεικνύεται επιγραφικά στην περιοχή.
Το ιερό του Άμμωνος Διός επιβεβαιώθηκε και ανασκαφικά το 1968 με τον εντοπισμό του ναού στην παραλία του σημερινού χωριού Καλλιθέα (Μάλτεπε), ύστερα από εργασίες εκσκαφής θεμελίων για την ανέγερση ξενοδοχείου. Η θέση του ιερού ήταν στην ουσία άγνωστη, μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '60. Η ανασκαφή στο χώρο αυτό ξεκίνησε στις 13/3/1969 από τους αρχαιολόγους Φώτη Πέτσα και Ευγενία Γιούρη και η κύρια ανασκαφική δραστηριότητα κράτησε μέχρι το 1974.
Στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος εντοπίστηκαν και ερευνήθηκαν δύο παράλληλες σειρές με μνημειακά βάθρα ανατολικά του ναού που αποτελούσαν μαζί με αυτόν ένα ενιαίο συγκρότημα. Πρόκειται για έξι βάθρα στη μια σειρά και δύο και μια μακρόστενη κατασκευή στην άλλη. Επάνω τους αρχικά υπήρχαν γλυπτά, κατά τη συνήθεια των αιγυπτιακών ιερών. Η έρευνα στην περιοχή των βάθρων αποκάλυψε, επίσης, τη μεταφορά νερού στην περιοχή, πιθανότατα για τη λειτουργία ιερής δεξαμενής, καθώς και την ύπαρξη πρωιμότερης φάσης του ιερού το Άμμωνος Διός, η οποία χρονολογείται στο α’ μισό του 4ου αι. π.Χ.
Πρόκειται για έναν δωρικό, πώρινο ναό, περίπτερο, με 6x11 κίονες, διαστάσεων 21,43x10,51μ.. Συγκεκριμένα αποκαλύφθηκε το κρηπίδωμα και η ευθυντηρία του ναού, μια πλίνθος του στυλοβάτη, καθώς και αρκετά αρχιτεκτονικά μέλη της ανωδομής, όπως τμήματα δυο δωρικών κιονοκράνων, ένα τμήμα επιστυλίου, ένα τμήμα μετόπης, δυο τμήματα τριγλύφων και ένα τμήμα γείσου. Η σύνθεση των τμημάτων των δυο δωρικών κιονοκράνων αναπαριστά ολοκληρωμένα τη μορφή του, καθώς το ένα διασώζει τις διαστάσεις του και το δεύτερο διατηρεί αλώβητη τη μορφή του εχίνου. Το συνολικό ύψος του κιονοκράνου είναι 0,386μ., το πλάτος του άβακα 0,99μ., η διάμετρος μεταξύ εχίνου και ιμάντων 0,79μ., το ύψος του εχίνου 0,115μ., το ύψος των ιμάντων 0,033μ., το ύψος του υποτραχηλίου 0,09μ. και η διάμετρος του κίονα 0,67μ.. Η μορφή του εχίνου καθώς και ο λόγος της πλευράς του άβακα προς την κάτω διάμετρο, που είναι ανάλογος με αυτόν του κίονα του ναού της Αθηνάς Αλέας στην Τεγέα, χρονολογούν το κιονόκρανο στο δεύτερο μισό του 4ου αιώνα π.Χ..
Παρατηρούνται όμως, όσον αφορά τις υπόλοιπες αναλογίες του κιονοκράνου, αναφορές σε κλασικά πρότυπα, ένα φαινόμενο που έχει επισημανθεί στην τέχνη του 4ου αιώνα π.Χ.. Από τα κομμάτια του λίθινου θριγκού που έχουν διασωθεί (τμήμα επιστυλίου, τμήμα μετόπης, δυο τμήματα τριγλύφων και τμήμα γείσου) προσδιορίζονται με σχετική ακρίβεια οι οριζόντιες διαστάσεις του. Έτσι το πλάτος του επιστυλίου υπολογίζεται σε 2,184μ., της τριγλύφου σε 0,42μ. και της μετόπης σε 0,672μ.. Τα μορφολογικά χαρακτηριστικά των αρχιτεκτονικών αυτών μελών ανήκουν στην εποχή που χρονολογείται το κιονόκρανο. Εκτός όμως από τον πώρινο θριγκό βρέθηκαν και κομμάτια ενός μαρμάρινου, στα οποία συμπεριλαμβάνεται τμήμα επιστυλίου, τριγλύφου, προμόχθου, γείσου και της πλίνθου του τυμπάνου του αετώματος. Από τα επιμέρους χαρακτηριστικά των μελών αυτών, όπως τον πλατύ μηρό και τη στενή βαθιά γλυφή των τριγλύφων, καθώς και τις μεγάλες σταγόνες, επιχειρείται μια χρονολόγηση του μαρμάρινού θριγκού στα ελληνιστικά χρόνια, γύρω στον 3ο αιώνα π.Χ.
Ο αρχιτέκτονας του ναού του Άμμωνος Διός χρησιμοποίησε πιθανόν τον ιωνικό πόδα (0,294μ.). Ο ναός είχε κορινθιακή κεράμωση, η οποία δέχτηκε επισκευή κατά τους ελληνιστικούς χρόνους. Στη ρωμαϊκή περίοδο η στέγη δέχτηκε εκ νέου πρόχειρη επισκευή, κατά την οποία χρησιμοποιήθηκαν λακωνικές κεραμίδες. Από την αρχική του φάση σώζονται ανθεμωτοί καλυπτήρες, και ανάγλυφες σίμες. Οι ανάγλυφες σίμες από το χώρο του ιερού ανήκουν σε δυο τύπους, οι οποίοι διαιρούνται σε επιμέρους ομάδες. Η διακόσμηση τους αποτελείται από σύνθετο μαίανδρο στο χρώμα του πηλού, γραπτό αστράγαλο και ανθέμια και άνθη λωτού εναλλάξ, που συνδέονται μεταξύ τους με οριζόντιες έλικες. Το μέτωπό τους επίσης διακοσμείται ανάγλυφα με υδρορρόη-λεοντοκεφαλή, εκατέρωθεν της οποίας υπάρχει φύλλο άκανθας και σπείρα.
Στα ΝΑ του ναού αποκαλύφθηκε ο βωμός του ιερού, ο οποίος σώζεται σε ύψος 1μ.. Έχει πλάτος 1μ. και μήκος 10μ.. Ο βωμός, που βρέθηκε καλυμμένος με στρώμα άμμου, συνδέεται με την αρχική φάση του ναού. Σε μεταγενέστερα χρόνια διαμορφώθηκε στο μέσον του ένας μικρός βωμίσκος, γύρω από τον οποίο βρέθηκαν ίχνη τέφρας και οστά μεγάλων ζώων, ενώ εντός του αποκαλύφθηκε παχύ στρώμα καύσης. Οι απολήξεις του βωμού δεν εντοπίστηκαν καθώς διακόπτονται από δυο μεταγενέστερες ορθογώνιες κατασκευές στα ανατολικά και δυτικά του ναού. Οι επιμήκεις αυτές κατασκευές έγιναν πρόχειρα από αρχιτεκτονικά μέλη δωρικού και ιωνικού ρυθμού. Και στα δυο κτίσματα διαμορφώθηκαν βαθμίδες στην πλευρά που βρίσκεται στην είσοδο του ναού. Έτσι στο δυτικό σώζονται τρεις βαθμίδες και στο ανατολικό μία, ενώ στην αντίθετη πλευρά τους διαμορφώθηκαν κλίμακες. Στο δυτικό η κλίμακα είναι παράλληλη προς τον τοίχο, ενώ στο ανατολικό κάθετη. Προφανώς η κατασκευή αυτών των κτηρίων σχετίζεται με δρώμενα που παρακολουθούσαν οι πιστοί κατά τη λατρεία του Άμμωνος Διός.
Η χρονολόγηση του αρχικού ναού στο β΄ μισό του 4ου αιώνα π.Χ. συμπεραίνεται από τις ομοιότητες που έχει η κεράμωση του ναού με αντίστοιχες κεράμωσεις κτηρίων της Ν. Ελλάδας (Ν. Στοά Κορίνθου, Κεραμεικός, ιερό Δελφών). Οι ομοιότητες συνίστανται τόσο στη μορφή όσο και στα διακοσμητικά θέματα δίνοντας σε κάποιον τη δυνατότητα να τις χρονολογήσει στο γ΄ τέταρτο του 4ου αιώνα π.Χ.. Παίρνοντας υπόψιν τη χρονολόγηση της Ν. Στοάς της Κορίνθου γύρω στο 320 π.Χ. μπορεί να προσδιοριστεί και η κεράμωση του ιερού του Άμμωνος στην Άφυτι στη δεκαετία 320-310 π.Χ.. Τέλος, η μορφή του εχίνου καθώς και ο λόγος της πλευράς του άβακα προς την κάτω διάμετρο, είναι ανάλογος με αυτόν του κίονα του ναού της Αθηνάς Αλέας στην Τεγέα. Η αντικατάσταση του πώρινου θριγκού με μαρμάρινο, στο τέλος του 3ου ή στις αρχές του 2ου αιώνα π.Χ., προϋποθέτει την καταστροφή του πρώτου ίσως στα χρόνια της γαλατικής επιδρομής στις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ.. Ωστόσο, η χρονολόγηση του αρχικού ναού στο δεύτερο μισό του 4ου αιώνα π.Χ. δείχνει ότι η οικονομική κατάσταση της πόλης βρισκόταν σε σχετική άνθηση την περίοδο όπου καταστράφηκε από τον Φίλιππο Β΄ η Όλυνθος.
Για την κατασκευή του ναού ίσως συνέβαλαν και οι Μακεδόνες βασιλείς, Φίλιππος Β΄ ή Αλέξανδρος Γ΄, ενώ η ανακατασκευή του στα χρόνια του Φιλίππου Ε΄ συμπίπτει με την εποχή που η Άφυτις ξανακόβει νόμισμα. Ο βωμός, που συνδέεται με την αρχική φάση του ναού, στα χρόνια της ρωμαιοκρατίας καλύπτεται με άμμο και στο μέσο του κατασκευάζεται μικρός βωμίσκος. Εκατέρωθεν δημιουργούνται τα δυο κτήρια με τις κερκίδες. Στην κερκίδα του ανατολικού κτηρίου βρέθηκε μαρμάρινη κεφαλή Έρωτα που χρονολογείται στα μέσα του 2ου αιώνα μ.Χ., ενώ τα νομίσματα που βρέθηκαν, χρονολογούνται από τον 1ο αιώνα μ.Χ. μέχρι και τα χρόνια των διαδόχων του Μ. Κωνσταντίνου. Το ιερό μάλλον καταστρέφεται στα χρόνια του Θεοδοσίου, όπως φανερώνουν τα τεμαχισμένα αρχιτεκτονικά μέλη και τα γλυπτά που βρέθηκαν στο χώρο. Ο χώρος ταυτίστηκε με το ιερό του Άμμωνος Διός, σύμφωνα με επιγραφή από μια μαρμάρινη λεκάνη που βρέθηκε κοντά στη γωνία του ναού και αναφέρεται σε λατρεία του Διός, από επιγραφή σε όστρακο που διασώζει τη λέξη δώρον και το όνομα του θεού Άμμωνος.
Επίσης, έξω από τη δυτική πλευρά του ναού, βρέθηκε μαρμάρινη κεφαλή αετού του 4ου αιώνα π.Χ. Εκτός από τα παραπάνω, η λατρεία του θεού αποτυπώνεται και στα νομίσματα της Αφύτου. Ήδη από το τελευταίο τέταρτο του 5ου αιώνα π. Χ. η Άφυτις κόβει νόμισμα με κεφαλή Άρη στον εμπροσθότυπο και στον οπισθότυπο αετό που πετάει μέσα σε έγκοιλο τετράγωνο. Στα τέλη του 5ου και στις αρχές του 4ου αιώνα π. Χ. ξεκινούν τα νομίσματα με εμπροσθότυπο την κεφαλή του Άμμωνος Διός και οπισθότυπο έναν κάνθαρο με την επιγραφή ΑΦΥΤΑΙΩΝ. Σε έναν δεύτερο νομισματικό τύπο της ίδιας περιόδου, εμφανίζεται στον εμπροσθότυπο πάλι ο Άμμων Ζευς, στον οπισθότυπο όμως δυο αντωπά πτηνά, με αστράγαλο ανάμεσά τους και την επιγραφή ΑΦΥ.
Ο οπισθότυπος αυτός με τα δυο αντωπά πτηνά, ίσως αετούς, παραλλάσσεται σε ένα άλλο νόμισμα, με κλαδιά όμως ανάμεσά τους και την επιγραφή ΑΦΥ. Μια τρίτη παραλλαγή αυτού του οπισθοτύπου, παριστάνει έναν αετό με την επιγραφή ΑΦΥ. Μετά το 187 π. Χ. η Άφυτος ξανακόβει νομίσματα με το γνωστό τύπο του Άμμωνος Διός στον εμπροσθότυπο και του αετού στον οπισθότυπο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση της Αφύτου υπάρχει μια πλήρης ενσωμάτωση της λατρείας στη νομισματοκοπία, καθώς η απεικόνιση του Άμμωνος στα νομίσματα συμπίπτει με την εισαγωγή της λατρείας του στην περιοχή, τη στιγμή που σε παλιότερες κοπές της πόλης των μέσων του 5ου αιώνα π. Χ., εμφανίζεται στον εμπροσθότυπο κεφαλή Άρη με κράνος και στον οπισθότυπο τέσσερα τσαμπιά σταφύλια σε έγκοιλο τετράγωνο, με την η επιγραφή ΑΦΥΤΑΙΟΝ.

Ευρήματα Ανασκαφών
Νομίσματα Αφύτου με κεφαλή Άμμωνα Δία
ΠΗΓΕΣ - ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Monday, August 31, 2020
Φώτιος Μ. Πέτσας - Αρχαιολόγος (1918-2004)
Ευαγγελία Λεβεντοπούλου-Γιούρη - Αρχαιολόγος
Ελισάβετ Μπεττίνα Τσιγαρίδα δρ. Αρχαιολογίας ΙΣΤ΄ Εφορεία Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων.
Ιωακείμ Παπάγγελλος - Οικονομολόγος-Αρχαιολόγος (10η Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων)
Μπέλλας Ιωάννης - Ιερά και λατρείες του Διός στη Μακεδονία (Μεταπτυχιακή εργασία)
Μίνα Καϊάφα-Σαροπούλου - Αρχαιολόγος

ΕΡΕΥΝΑ & ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ, ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ-ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΣΗ :

Βαγγέλης Κατσαρίνης
Ηλεκτρονικός - Κατασκευαστής Ιστοσελίδων Διαδικτύου
Sunspot Web Design - 63077 Κασσάνδρεια Τηλ. +302374023330

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΜΝΗΜΕΙΟΥ

Ονομασία Μνημείου:
Ιερόν Άμμωνος Διός στην Καλλιθέα
Θέση: Παραθαλάσσιο κτήμα ξενοδοχείου "Άμμων Ζευς"
Τύπος Κήρυξης: Αρχαιολογικός χώρος
Είδος Μνημείου: Αρχαιολογικές Θέσεις, Αρχαία Ιερά, Θρησκευτικοί Χώροι
Χρονική Περίοδος: Αρχαιότητα, Βυζαντινή/Μεταβυζαντινή
Φορέας Προστασίας: ΙΣΤ' ΕΠΚΑ(Θεσσαλονίκη) & 10η ΕΒΑ (Πολύγυρος)
Αριθμός Υπουργικής Απόφασης, Αριθμός ΦΕΚ:
ΥΑ Φ31/36676/2920/4-10-1973, ΦΕΚ 1194/Β/5-10-1973
Κείμενο: Iερόν Άμμωνος Διός Άφυτος: Kαλλιθέα, παραθαλάσσιον κτήμα ξενοδοχείου "AMMΩN ZEYΣ" (τέως Mετόχιον Mονής Παντελεήμονος) και ζώναι πλάτους πεντακοσίων μέτρων (500 μ.) βορειοανατολικώς και νοτιοδυτικώς αυτού.

Η 3D ψηφιακή αναπαράσταση του ναού του Άμμωνος Διός
  • 3D digital reconstruction Ammon Zeus'  temple 03
Ανάλυση της ψηφιακής αποκατάστασης του ναού
greek
Monday, August 31, 2020
Πρώτα συγκεντρώθηκαν όλες οι διαθέσιμες πληροφορίες του αρχαίου ιερού και έγινε η επικοινωνία με τον τοπικό αρχαιολόγο για περισσότερες λεπτομέρειες. Έγινε φωτογράφηση του περιβάλλοντος, των ερειπίων, των ευρημάτων και των υλικών που σχετίζονται με το κτίριο και το περιβάλλον, ώστε να δημιουργηθεί ένα γραφικό που να πλησιάζει όσο το δυνατόν περισσότερο στην πραγματικότητα.
Στο slideshow βλέπουμε την ροή εργασίας και την τοποθέτηση του μοντέλου στο σύγχρονο περιβάλλον.

culture-lab-digital-design-logo
Culture Lab
Lea Aimee von Freital
Web & Γραφιστική
Κινητό: +306971751380
e-mail: VFX@lea-aimee.com
Workflow of 3D digital reconstruction Ammon Zeus'  temple
english
Monday, August 31, 2020
Gathered all available information of the ancient sanctuary and contacted local archaeologist for further details. I photographed the environment, the ruins, finds and the handcrafted details including a series of close-ups from the materials, related with the building and the environment to be able to create a graphic which gets as close as possible to the reality.
culture-lab-digital-design-logo
Culture Lab
Lea Aimee von Freital
Web & Graphic Design
Cell: +306971751380
e-mail: VFX@lea-aimee.com
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΕΥΡΗΜΑ-ΠΡΟΣΧΕΔΙΟ (REFERENCE-MESH-MODEL)
sanctuary ammon zeus reference 1
sanctuary ammon zeus reference 2
sanctuary ammon zeus reference 3
Φωτογραφίες-Σχέδια (Photo-Graphics Gallery)
Ancient Kassandra Sign

Ιερό Διονύσου και Νυμφών (Καλλιθέα)
Sanctuary of Dionysus & Nymphs at Kallithea

Sanctuary of Dionysus & Nymphs at Kallithea
Ancient Afytos

Ιερό Διονύσου και Νυμφών

Monday, August 31, 2020
Από το 1969 έως το 1971 ερευνήθηκε το αρχαϊκό ιερό του Διονύσου στην Καλλιθέα Χαλκιδικής, γνωστό από αναφορά του Ξενοφώντος που μνημονεύει το ειδυλλιακό περιβάλλον του. Αρκετά χρόνια αργότερα, το 20042005, η Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας Σπηλαιολογίας Βόρειας Ελλάδος διεξήγαγε σύντομη έρευνα στο ιερό του Διονύσου, ενώ στη συνέχεια η ΙΣΤ΄ΕΠΚΑ προχώρησε σε ανασκαφικές εργασίες στο σύνολο του αρχαιολογικού χώρου, στο πλαίσιο εκτέλεσης έργων ανάδειξης του παρακείμενου ναού του Άμμωνος Διός.
Το ιερό αποδίδεται στον Διόνυσο με βάση αναθηματικές επιγραφές σε όστρακα και το κεφάλι αγαλματίου του Διονύσου που βρέθηκε στις έρευνες του 1969 709. Σύμφωνα με την κεραμική, ιδρύθηκε στο δεύτερο μισό του 8ου αιώνα π.Χ. Στη συνέχεια, διαπιστώνεται ένα κενό κατά τον 7ο αιώνα π.Χ. και βρίσκουμε ξανά κεραμική από το πρώτο μισό του 6ου αιώνα π.Χ. ως τον 4ο αιώνα π.Χ. Οι νεώτερες έρευνες έδειξαν ότι οι σωζόμενες διαμορφώσεις του περιβάλλοντος χώρου του ιερού (μνημειακή διαμόρφωση της κλίμακας πάνω από το σπήλαιο, κρηναίο οικοδόμημα) πραγματοποιήθηκαν κατά τον 4ο αιώνα π.Χ.
Αναλυτικότερα, οι σχετικά λίγες δημοσιευμένες πληροφορίες για την κεραμική που βρέθηκε στο ιερό του Διονύσου συνίστανται στο ότι πρόκειται για τοπική χειροποίητη κεραμική και κεραμική της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου, επείσακτη γεωμετρική και υπογεωμετρική κεραμική (γεωμετρικοί σκύφοι, σκύφοι με κρεμάμενα ημικύκλια), καθώς και αττική κεραμική από το δεύτερο μισό του 6ου αιώνα π.Χ. ως τον 4ο π.Χ. (ελικωτός μελανόμορφος κρατήρας, κωδωνόσχημος ερυθρόμορφος κρατήρας, μελαμβαφή αγγεία). Ένα ενεπίγραφο τμήμα επίστεψης αναθηματικού αναγλύφου που αναφέρεται στον Διόνυσο, βρίσκεται στη Μονή Παντελεήμονος στο Άγιο Όρος και συμπεραίνεται πως προέρχεται από το ιερό. Η κεραμική αυτή εντοπίστηκε στις επιχώσεις γύρω και πάνω από την είσοδο του σπηλαίου. Δεν υπάρχει καμία αναφορά σε αποθέτες ή σε κατάλοιπα κάποιας τελετουργικής δραστηριότητας.
Το ιερό του Διονύσου και πιθανότατα των Νυμφών βρίσκεται στην περιοχή του σπηλαίου. Η συνέχιση της έρευνας έδειξε ότι, εξαιτίας της διάβρωσης των υδάτων που υπάρχουν άφθονα εκεί, έχει αλλάξει σημαντικά η τοπογραφία της περιοχής. Αποκαλύφθηκε μια μνημειακή κλίμακα που χρονολογείται στον 4ο αι. π.Χ. και οδηγεί σε ψηλότερα άνδηρα, όπου πιθανότατα πρέπει να αναζητηθούν κτίσματα του ιερού, ένα κρηναίο οικοδόμημα της ίδιας εποχής, πεσμένες δεξαμενές ρωμαϊκής εποχής, και τέλος, υδραλέτης (νερόμυλος) της όψιμης αρχαιότητας. Εντοπίστηκαν, επίσης, τα λείψανα πήλινων αγωγών που χρησιμοποιήθηκαν για τη μεταφορά του απαραίτητου, για τη λατρεία του Άμμωνος, νερού στο ναό του θεού. Η ανασκαφή της περιοχής αυτής έδωσε ενδιαφέρουσα κεραμική που χρονολογείται από την προϊστορική εποχή έως και την ύστερη αρχαιότητα.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

Δρ. Μπεττίνα Τσιγαρίδα - Αρχαιολόγος (ΙΣΤ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων)
Φώτης Γεωργιάδης «ΛΕΙΒΗΘΡΑ: ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΡΧΑΪΚΟΥΣ ΑΠΟΘΕΤΕΣ» (2015)

ΕΡΕΥΝΑ & ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ, ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ-ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΣΗ:
Βαγγέλης Κατσαρίνης
Ηλεκτρονικός - Κατασκευαστής Ιστοσελίδων Διαδικτύου
© Sunspot Web Design 2008-2024 ® 

Ιερό ή μαντείο του Διονύσου στην Άφυτο (Καλλιθέα)

Monday, August 31, 2020
Την Άφυτο πολλοί αρχαίοι συγγραφείς τη θεωρούν σπουδαία για το μαντείο του Άμμωνα Δία και το ναό του Διονύσου. Το Ιερό του Διονύσου, που συνδέεται χρονικά με την εγκατάσταση των Ευβοέων και την ανάπτυξη της Αφύτιος, αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Ξενοφώντα στα «Ελληνικά» του.
Στις μέρες μας έχουμε συνηθίσει να αναφερόμαστε στο συγκεκριμένο ιερό, ως ιερό του Άμμωνα Δία, παραλείποντας λανθασμένα και για λόγους συντομίας, τη δεύτερη θεότητα που λατρευόταν στη θέση αυτή. Η λατρεία, όμως, του Διονύσου στην Άφυτο, όπως παρατέθηκε στην παραπάνω πηγή, αποτελούσε τουλάχιστον μέχρι και το πρώτο μισό του 4ου π.Χ αιώνα, την κυρίαρχη λατρεία του ιερού. Το κέντρο της λατρείας εντοπίστηκε σε μικρή απόσταση νότια του, κατά πολύ μεταγενέστερου, ναού του Άμμωνα, σε ένα μικρό σπήλαιο, το οποίο ονομάσθηκε από τον ανασκαφέα του «σπήλαιο των νυμφών και του Διονύσου».
Η επιλογή ενός τέτοιου τοπίου, ως χώρου λατρείας του Διονύσου, σίγουρα δεν είναι τυχαία. Η πλούσια βλάστηση, καθώς και το υδάτινο στοιχείο, μπορούν χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία να συνδεθούν με τη φύση του Διονύσου. Ο Διόνυσος με το προσωνύμιο «Δενδρίτης» λατρευόταν ως θεός της βλάστησης, των δένδρων και των ανθέων . Το νερό από την άλλη, είναι ένα απαραίτητο στοιχείο στη λατρεία του Διονύσου και σχετίζεται περισσότερο με την επιφάνεια του θεού. Ο Διόνυσος συναντάται συχνά κατά τη μυθολογία, είτε να εμφανίζεται μέσα από το νερό, είτε να εξαφανίζεται μέσα σε αυτό. Το ίδιο το σπήλαιο, όπως μαρτυρούν οι σωζόμενοι σταλαγμίτες, καθώς και ένα τεχνητό, ήδη από την αρχαία εποχή, κανάλι υδρομάστευσης, ήταν πλούσιο σε νερό, μέχρι και πρόσφατα . Τα σπήλαια, τέλος, με το μυστικισμό και την εναλλαγή του φωτός με το σκοτάδι ταιριάζουν απόλυτα στο μαινόμενο θεό. Άλλωστε, ο Διόνυσος απεικονιζόταν συχνά μέσα σε κάποιο σπήλαιο, ενώ ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στη μαρτυρία του Παυσανία ότι στη βόρεια Εύβοια, νησί το οποίο στην ουσία αποίκησε την Άφυτο, υπήρχε σπήλαιο, μέσα στο οποίο λατρευόταν ο Διόνυσος.
Τα πρωιμότερα ευρήματα από το χώρο αυτό ανάγονται στο δεύτερο μισό του 8ου π.Χ αιώνα , χρονικά παράλληλα δηλαδή με την άφιξη των Ευβοαίων στην περιοχή της Αφύτου. Μεταξύ των σημαντικότερων ευρημάτων που ανασύρθηκαν πλησίον της εισόδου του σπηλαίου, ήταν δύο εγχάρακτες αναθηματικές επιγραφές πάνω σε χείλη αγγείων, εκ των οποίων η πρώτη, χαραγμένη σε χείλος αττικού ερυθρόμορφου κωδωνόσχημου κρατήρα φέρει την επιγραφή «ΗΓΙΑΣ ΔΙ[ονύσωι]»,  ενώ η δεύτερη, πάνω στο χείλος αττικού μελανόμορφου ελικωτού κρατήρα, φέρει την επιγραφή [..]ΣΙ ΚΡΑΤΑΙΟΣ. Στο ίδιο σημείο βρέθηκε και ένα ειδώλιο Παπποσειληνού. Από την ευρύτερη περιοχή του ιερού έχουμε επίσης μία αφιερωματική επιγραφή στο Διόνυσο, χαραγμένη πάνω σε χείλος μελαμβαφούς κύλικας του 5ου π.Χ. αιώνα, στην οποία αναγράφεται το όνομα του θεού στη γενική [ΔΙ]ΟΝΥΣΟ. Τέλος, αξίζει ξεχωριστή μνεία η ανεύρεση μίας μαρμάρινης κεφαλής, μικρού μεγέθους, αγάλματος που από το σύνολο σχεδόν των ερευνητών αποδίδεται στο θεό του οίνου, και τοποθετείται στιλιστικά στον 4ο π.Χ. αιώνα.
Χωριστά πρέπει να αναφέρουμε ένα ενεπίγραφο τμήμα επίστεψης ενός μαρμάρινου αναθηματικού μνημείου, του δεύτερου μισού του 4ου πΧ αιώνα , το οποίο παρόλο που δεν βρέθηκε κατά τη διάρκεια της ανασκαφής του ιερού, εντούτοις η προέλευσή του από τη θέση αυτή είναι σίγουρη. Το μνημείο αυτό βρίσκεται σήμερα στην Ι.Μ Παντελεήμονος του Αγίου Όρους και μεταφέρθηκε εκεί, από το μετόχι που διατηρούσε η μονή στην Καλλιθέα . Διακρίνεται η επιγραφή:
[.... υπέρ το]ϋ πατρός ίερητεύσαντος Διονύσωι.
Η επιγραφή αυτή αποτελεί σημαντικότατο τεκμήριο της ύπαρξης ιερέως του Διονύσου, κάτι που είναι βέβαια, εν πολλοίς, αναμενόμενο. Από όλα αυτά τα προκείμενα ευρήματα που παρουσιάσθηκαν, επαληθεύτηκε και ανασκαφικά η κατά τα άλλα γνωστή και από τις πηγές, λατρεία του Διονύσου στην Άφυτο.
Ο Διόνυσος είναι ο κρίκος που συνδέει τους χθόνιους θεούς, θεματοφύλακες των φυσικών μυστικών, με τον Απόλλωνα, ερμηνευτή των αποφάσεων των θεών…Το απολλώνειο ιερατείο ενθάρρυνε τη λατρεία του Διόνυσου ως "γιατρού" ή ως "παράγοντα υγείας", φροντίζοντας, όμως πάντα να υπονοείται πως μ'αυτά σύσταινε απλώς τη χρήση του κρασιού. Σύμφωνα με την αληθινή παράδοση, που η Πυθία προσποιούταν πως αγνοούσε, ο Διόνυσος είναι πραγματικά γιατρός όχι για το λόγο πως το κρασί έχει υγιεινές ιδιότητες,αλλά επειδή συμβολίζει τις χθόνιες δυνάμεις, επειδή σαν άγιος,συνεταίρος, και κληρονόμος της Γης γνωρίζει τις μυστικές πηγές της ζωής και του θανάτου. Σαν τέτοιος, διαθέτει επίσης τρόπους αποκαλυπτικούς, που προσιδιάζουν στη χθόνια μαντική: την έμπνευση και τα όνειρα…
Ο Ηρόδοτος αναφέρει πως μαντείο του Διόνυσου είχαν και οι Σάτρες, λαός της Θράκης που πολλοί συγγραφείς τη θεωρούν πρωταρχική πατρίδα του θεού του κρασιού. "Οι Σάτρες έχουν ένα μαντείο του Διόνυσου, πάνω στο ψηλότερο βουνό της χώρας τους. Το ναό τον εξυπηρετούν οι Βησσοί και μια Πυθία δίνει τους χρησμούς, όπως στους Δελφούς και όχι λιγότερο διφορούμενους". Επίσης ο Αριστοτέλης αναφέρει "ένα άδυτο αφιερωμένο στο Διόνυσο στη χώρα των Λιγύρων της Θράκης, ιερό που έδινε και χρησμούς. Μόνο, πως αυτοί, που πρόκειται να προφητέψουν, πίνουν πολύ κρασί, όπως πίνουν νερό στην Κλάρο". Στην αρχαιότητα θεωρούσαν τους Θράκες ιδρυτές της λατρείας του Διόνυσου, που στη χώρα τους ονομαζόταν Βασσαρέας, Γίγωνας, Δύαλος, Σαβάζιος, Σάβος. Αυτή η λατρεία είχε ήδη οργιαστικό χαρακτήρα, οι τελετές διεξάγονταν μέσα σε θόρυβο και αταξία και κυρίως έπαιρναν μέρος σ' αυτές γυναίκες. Αυτές οι θορυβώδεις τελετές γίνονταν πάνω στα βουνά, τη νύχτα, στο φως των πυρσών. Έχει διατυπωθεί η υπόθεση πως οι πιστοί, για να φτάσουν στον απαιτούμενο βαθμό εξάρσεως, δεν έπιναν μόνο κρασί, αλλά και όπιο. Κάτω από την επήρεια της μέθης, οι οπαδοί του θεού πίστευαν πως τον πλησίαζαν καιπως εξομοιώνονταν μ' αυτόν.
Από τη Θράκη, η λατρεία του Διόνυσου είχε εισδύσει από παλαιότατα χρόνια στην Ελλάδα. Πώς έγινε αυτή η διείσδυση; Από την ξηρά, δια μέσου της Θεσσαλίας και της Βοιωτίας, ή από τη θάλασσα, δια μέσου των νησιών του Αιγαίου. Στη Βοιωτία, η διονυσιακή θρησκεία αναπτύχθηκε καταπληκτικά γρήγορα. Ο θεός δεν είχε ναό μέσα στην ίδια την πόλη. Στις πλαγιές του Κιθαιρώνα γιορτάζονταν κάθε τρία χρόνια οι Τριετηρίδες. Αυτές οι τελετές γίνονταν τη νύχτα, στο φως των πυρσών. "Μόνο γυναίκες έπαιρναν μέρος σ' αυτές. Στεφανωμένες με κισσό, φορώντας προβιές μικρού ελαφιού, με ξέπλεκα μαλλιά, κραδαίνοντας θύρσους και χτυπώντας τύμπανα, παραδίνονταν πάνω στο βουνό σε χορούς και σε φρενιασμένα τρεξίματα, καλώντας το θεό με δυνατές κραυγές"... Μια άλλη γιορτή, που αναφερόταν στο θάνατο του θεού, διεξαγόταν κάθε δυο χρόνια. Τέλος, στους Δελφούς, μέσα στο ναό του Διόνυσου, οι Όσιοι τελούσαν μια μυστική γιορτή, που όμως δεν έχουμε ακριβείς πληροφορίες γι αυτή.
Μέσω των νομισματικών μαρτυριών τεκμηριώνεται η πορεία της λατρείας του Διονύσου στην περιοχή της Αφύτου. Ο Διόνυσος αποτελούσε την κυριότερη λατρεία της πόλης  μέχρι την εισαγωγή της λατρείας του Άμμωνα. Η λατρεία του Διονύσου συνυπήρξε για ένα διάστημα με τη νέα λατρεία, αλλά δεν μπόρεσε να την ανταγωνιστεί, με αποτέλεσμα να περιπέσει σε ελάσσονα λατρεία μέσα στο ίδιο της το ιερό.
Διονυσιακές παραστάσεις στα νομίσματα της Αφύτου
Στον οπισθότυπο των αργυρών τετρωβόλων που κόπηκαν μετά το 460 π.Χ, έχουμε, την απεικόνιση κλήματος, που φέρει τέσσερεις βότρυες εντός έγκοιλου τετραγώνου. Περιμετρικά του τετραγώνου, διακρίνεται το εθνικό «ΑΦΥΤΑΙΟΝ». Το μοτίβο του οπισθότυπου βρίσκει σημαντικά παράλληλα στον οπισθότυπο των χρονικά παράλληλων τετραδράχμων της γειτονικής Μένδης, μοτίβο το οποίο και πιθανότατα δανείστηκαν οι Αφυταίοι για το νόμισμά τους . Παρόλα αυτά, η επιλογή ενός τέτοιου θέματος, σαφώς και δεν είναι τυχαία. Θεωρείται απίθανο να υιοθετήθηκε το μοτίβο αυτό, εάν η Άφυτος δεν παρήγαγε οίνο, κάτι που υποδηλώνεται εμμέσως από τις πηγές. Πιο συγκεκριμένα, ο Θεόφραστος  τον τέταρτο π.Χ αιώνα, μας πληροφορεί ότι στην Άφυτο επιχωρίαζε μία ιδιαίτερη ποικιλία αμπέλου, γνωστή με το όνομα «ΞφυταΞος», της οποίας χαρακτηριστικό ήταν το ότι δεν κλαδευόταν πολύ με σκοπό να βλαστήσει περισσότερο.
Η δεύτερη διονυσιακή παράσταση που έχουμε πάνω σε νομίσματα της Αφύτου εντοπίζεται στον οπισθότυπο πάλι, της μεγαλύτερης χάλκινης υποδιαίρεσης του πρώτου μισού του 4ου π.Χ αιώνα. Στον εμπροσθότυπο παριστάνεται όπως είδαμε η κεφαλή του κερασφόρου Άμμωνα Δία κατενώπιον, ενώ στον οπισθότυπο έχουμε την παράσταση κανθάρου πλαισιωμένου από το εθνικό. Στην περίπτωση αυτή, τα δεδομένα είναι σαφώς πολύ πιο ξεκάθαρα. Στο νόμισμα αυτό, στην ουσία απεικονίζεται τόσο γραφικά η συλλατρεία του Άμμωνα Δία με το Διόνυσο στο ιερό του Διονύσου στην Άφυτο. Χρονολογικά, τα υπό εξέταση νομίσματα έχουν κοπεί στο πρώτο μισό του 4ου π.Χ αιώνα, λίγες μόνο δεκαετίες μετά την εισαγωγή στην Άφυτο της λατρείας του Άμμωνα, η οποία τοποθετείται στα τέλη του 5ου π.Χ αιώνα, ενώ είναι τα πρώτα που φέρουν στον εμπροσθότυπό τους την κεφαλή του Άμμωνα Δία. Το συγκεκριμένο νόμισμα, συνεπώς, αποτελεί σταθμό στη νομισματοκοπία της πόλης, καθώς απεικονίζεται για πρώτη φορά ο Άμμωνας Δίας. Μετά την κοπή του εν λόγω νομίσματος, το Διονυσιακό στοιχείο εξαλείφεται σταδιακά από τα νομίσματα της Αφύτου και επικρατούν πλήρως τα σχετιζόμενα με τον Άμμωνα στοιχεία. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι κατά την πρόσκαιρη αναβίωση του νομίσματος της Αφύτου επί Φιλίππου Ε', απουσιάζει παντελώς οποιαδήποτε αναφορά στο Διόνυσο.

Γεροθανάσης Δημήτριος «Διονυσιακά στοιχεία στα νομίσματα της Χαλκιδικής» (2011)

ΕΡΕΥΝΑ & ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ, ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ-ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΣΗ:
Βαγγέλης Κατσαρίνης
Ηλεκτρονικός - Κατασκευαστής Ιστοσελίδων Διαδικτύου
© Sunspot Web Design 2008-2024 ® 

Ancient Kassandra Sign

Το Ιερό του Ασκληπιού Αφύτου (Καλλιθέα)
Asklipios Sanctuary in Kallithea (Ancient Afytos)

Asklipios Sanctuary in Kallithea (Ancient Afytos)
Ancient Afytos
ΡΩΜΑΪΚΗ ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ ROMAN KASSANDRA

Η λατρεία του Ασκληπιού στο ιερό του Άμμωνος Διός

Monday, August 31, 2020
Ο Ασκληπιός, θεός της Ιατρικής, γιος του Απόλλωνος και της νύμφης Κορωνίδος, κόρης του Φλεγύου που κατοικούσε στους πρόποδες του Πηλίου, μεγαλωμένος από το σοφό Κένταυρο Χείρωνα, είναι ο διασημότερος θεραπευτής των νόσων που μαστίζουν τους ανθρώπους κατά την αρχαιότητα, κι η δύναμή του φτάνει, μέχρι το να ανασταίνει νεκρούς. Κόρη του φυσικά, η Υγεία. Στην Ιλιάδα του Ομήρου, στην εκστρατεία κατά της Τροίας, αναφέρονται ως συμμετέχοντες οι δύο γιοι του, Μαχάων και Ποδαλείριος, κυριότεροι γιατροί του εκστρατευτικού σώματος, που μνημονεύονται ως παίδες άψογου ιατρού. Οπότε, ο Ασκληπιός, δε φαίνεται να παρουσιάζεται σα θεός, αλλά σαν ξακουστός και υπαρκτός ιατρός, μιας γενεάς μεγαλύτερος από εκείνη των ηρώων της Ιλιάδος.
Από την περιοχή του ιερού του Άμμωνος Διός προέρχεται ένα θραύσμα βάσης αναθήματος που φέρει την επιγραφή [
‐‐‐]όδω[ρος‐‐‐] / [‐‐Ἀσκ]ληπιῶι[‐‐] και χρονολογείται σύμφωνα με το σχήμα των γραμμάτων στα τέλη του 3ου ή στο πρώτο μισό του 2ου αιώνα π.Χ. Η επιγραφή αυτή δεν βρέθηκε κατά χώρα. Επισημάνθηκε ωστόσο από τον Βουτυρά στην Ιερά Μονή Παντελεήμονος στο Άγιο Όρος όπου φυλάσσεται. Όλες οι αρχαιότητες της Μονής προέρχονται από ένα μετόχι της στη παραλία του σύγχρονου οικισμού της Καλλιθέας όπου βρίσκεται το ιερό του Άμμωνος Διός και του Διονύσου. Στο χώρο αυτό, που μέχρι το 1968 ανήκε στη Μονή Παντελεήμονος, οι μοναχοί είχαν εντοπίσει αρκετές αρχαιότητες πολλές από τις οποίες μετέφεραν στο Άγιο Όρος.
Η επιγραφή αυτή είναι πολύ σημαντική διότι μας παρέχει ένα βεβαιωμένο χρονολογικό όριο για την εισαγωγή της λατρείας του Ασκληπιού στο ιερό του Άμμωνος Διός. Η Άφυτις ωστόσο στην οποία ανήκε το ιερό του Άμμωνος Διός αναφέρεται και στο κατάλογο των θεωροδόκων της Επιδαύρου ο οποίος χρονολογείται το 360/59 π.Χ. και αν μη τι άλλο υποδεικνύει ότι η λατρεία του Ασκληπιού ήταν γνωστή στη περιοχή ήδη από το δεύτερο τέταρτο του 4ου αιώνα π.Χ. Επομένως η συμμετοχή, έναν αιώνα μετά, της πόλης της Κασσάνδρειας, στην οποία ανήκε η περιοχή της Αφύτιος, στη νέα πανελλήνια γιορτή προς τιμή του Ασκληπιού που οργανώθηκε στη Κω το 242 π.Χ. ίσως πρέπει να θεωρηθεί αναμενόμενη. Η προθυμία τους να πάρουν μέρος στη γιορτή αυτή πήγαζε προφανώς από την αποδοχή της συγκεκριμένης λατρείας η οποία ήταν γνωστή ήδη από τα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ. στην Άφυτι και λογικά θα είχε εισαχθεί στο μεγάλο και φημισμένο αυτό ιερό τουλάχιστον από το 242π.Χ.
Η λατρεία του Ασκληπιού στο ιερό του Άμμωνος Διός πιστοποιείται και για τους ρωμαϊκούς χρόνους καθώς κατά τα χρόνια αυτά κατασκευάστηκε ένα βαλανείο από το οποίο προέκυψαν σημαντικά ευρήματα άμεσα σχετιζόμενα με τον θεραπευτή θεό και τον κύκλο του. Το λουτρό ανήκει στον «εν σειρά» τύπο με θερμό, μέσο και ψυχρό οίκο που επικοινωνούσαν μεταξύ τους. Η περίοδος χρήσης και λειτουργίας του ξεκινά από τα μέσα του 2ου αιώνα μ.Χ. και παύει στα τέλη του 4ου αι.μ.Χ.
Ο θερμός και ο μέσος οίκος έχουν πλήρως ανασκαφεί. Ο πρώτος βρίσκεται στο βόρειο τμήμα του κτιρίου, είναι μονόχωρος και στην ανατολική του πλευρά διαμορφώνεται ημικυκλική κόγχη. Το δάπεδο θερμαινόταν με υπόκαυστο που στηριζόταν σε τετράγωνους πεσσίσκους ενώ οι τοίχοι με την παρεμβολή ορθογώνιων αεραγωγών σωλήνων (tubuli). Στα δυτικά του αποκαλύφθηκε το στόμιο πυροδότησης ενταγμένο σε ένα πολύ μικρό δωμάτιο, το προπνιγείο, στο βόρειο τοίχο του οποίου εντοπίστηκε κατώφλι που οδηγούσε σε αύλειο χώρο και σε κάποια βοηθητικά κτήρια που εντοπίστηκαν βορειότερα.
Ο μέσος οίκος αποτελούνταν από τρία ή τέσσερα επιμέρους τμήματα τα οποία ήταν εφοδιασμένα με λουτήρες. Η στήριξη του δαπέδου γινόταν με τοξωτά στηρίγματα ανάμεσα από τα οποία κυκλοφορούσε ο αέρας στο χώρο του υποκαύστου. Για την θέρμανση των τοίχων χρησιμοποιήθηκε κατά πάσα πιθανότητα -σύμφωνα πάντα με τα ανασκαφικά δεδομένα- ένας μεικτός τρόπος από πήλινα πειόσχημα πλακίδια σε συνδυασμό με πήλινους αεραγωγούς σωλήνες.
Το νοτιότερο τμήμα του βαλανείου καταλάμβανε ο ψυχρός οίκος ο οποίος ήταν στρωμένος με λίθινες και κατά τόπους μαρμάρινες πλάκες. Στην ανατολική πλευρά του caldarium ανασκάφηκε μετρίου μεγέθους πισίνα με δάπεδο από πήλινες πλάκες, η πρόσβαση στην οποία γινόταν με τη βοήθεια τριών αναβαθμών. Ύπαρξη παρόμοιας πισίνας ή λουτήρων με μαρμάρινη επένδυση υποθέτουν οι ανασκαφείς και για την βόρεια πλευρά του ψυχρού οίκου στηριζόμενοι στα ανασκαφικά δεδομένα.
Κατά την ανασκαφή του βαλανείου εντοπίστηκε θραύσμα δεξιού χεριού που κρατά φίδι. Μεταξύ του αντίχειρα και του δείκτη διακρίνεται η τριγωνική απόληξη του κεφαλιού του ερπετού. Πρόκειται προφανώς για χέρι προερχόμενο από άγαλμα Υγείας. Η θεά θα κρατούσε με το δεξί χέρι το φίδι το οποίο θα τυλιγόταν γύρω από τον βραχίονά της ενώ με το αριστερό φιάλη προς την οποία θα έτεινε το φίδι. Ο συγκεκριμένος τύπος απόδοσης της Υγείας ήταν πολύ διαδεδομένος και ασφαλώς συνδέεται άμεσα με το περιβάλλον στο οποίο βρέθηκε. Επιπλέον από το εσωτερικό του λουτρού προέκυψε αριθμός ιατρικών εργαλείων που υποδεικνύουν άσκηση της ιατρικής τέχνης στο χώρο. Κατά τα ρωμαϊκά χρόνια λοιπόν στο ιερό του Άμμωνος Διός η λατρεία του Ασκληπιού και της Υγείας πρέπει να ήταν ιδιαίτερα σημαντική, γεγονός που υποδεικνύει πως στο ιερό η παρουσία των θεραπευτών θεών αποτελούσε συνέχεια της παράδοσης των ελληνιστικών χρόνων. Κατηγορία: Δημόσιο λουτρό. Έκταση: >400 τ.μ. Ανασκαφική περίοδος: 2003-2008.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

Ελισάβετ-Μπεττίνα Τσιγαρίδα «Λατρεία Ασκληπιού (Βαλανείο)» (2007)
Στέργιος Λιούλιας «Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΟΥ ΑΣΚΛΗΠΙΟΥ ΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» (2010)
ΟΥΛΚΕΡΟΓΛΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ «ΟΙ ΛΟΥΤΡΙΚΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
ΚΑΤΑ ΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΩΤΟΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟ» (2016)

ΕΡΕΥΝΑ & ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ, ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ-ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΣΗ:
Βαγγέλης Κατσαρίνης
Ηλεκτρονικός - Κατασκευαστής Ιστοσελίδων Διαδικτύου
© Sunspot Web Design 2008-2024 ® 

Χάρτες-Σχέδια Ανασκαφών

Ancient Kassandra Sign

Το Ιερό του Ποσειδώνα στο Ποσείδι Χαλκιδικής
Poseidon Sanctuary in Posidi, Halkidiki

Sanctuary Poseidon
Ancient Mendi
Ιερό του Ποσειδώνα
Monday, August 31, 2020
Τέσσερα χιλιόμετρα Δ απ’ τη Μένδη, σε μια επίπεδη αμμουδερή γλώσσα του ακρωτηρίου του Ποσειδίου με τον ομώνυμο φάρο, βρισκόταν στην αρχαιότητα το Ιερό του Ποσειδώνα, το Ποσίδηιον κατά τον Ηρόδοτο ή το Ποσειδώνιον, όπως το μνημονεύει ο Θουκυδίδης στην ιστορία του.
Πρόκειται για το 3ο Ιερό που αποκαλύφθηκε ως τώρα στη Χερσόνησο της Παλλήνης, μετά το Ιερό του Διονύσου και του Άμμωνα Δία στην Άφυτο και το ιερό της Αρτέμιδος στη Σάνη. Ο συγκερασμός μάλιστα των αρχαίων πηγών, του τοπωνυμίου της περιοχής του Φάρου-Ποσείδι, της τρίαινας του θεού σφραγισμένης σε κεραμίδες του 7ου αιώνα π. X., καθώς και η ανεύρεση αρχαϊκών οστράκων με αποσπασματικές λέξεις όπως [Αν]εθ[η]κε και [Ποσειδ]εώη, δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία για την ταύτιση της περιοχής με τον ιερό χώρο του θεού της θάλασσας. Παρά το γεγονός ότι η γεωμορφολογία της περιοχής έχει αλλάξει από τις μετατοπίσεις της άμμου, αλλά και από τις σεισμικές δονήσεις που σημειώθηκαν κατά καιρούς, φαίνεται, ακόμη και σήμερα, ότι το ιερό εκτεινόταν σε μια πολύ στενή χερσόνησο, μόλις 60 X 150 μέτρων. Τα ιερά κτίρια είχαν περίοπτη θέση, πρόβαλαν μέσα στη θάλασσα και δημιουργούσαν την εντύπωση, ότι η επιλογή αυτής της περιορισμένης έκτασης για το ιερό του Ποσειδώνα ήταν συνειδητή, διότι οι αρχαίοι πίστευαν ότι ο επίγειος χώρος του θεού της θάλασσας έπρεπε να είναι δίπλα στο υγρό του βασίλειο.
Τα αρχαιολογικά δεδομένα ανάγουν τη δημιουργία του ιερού του Ποσειδώνα στον 19ο αιώνα π. X., γεγονός που καθιστά το ιερό του θεού της θάλασσας, αλλά και της γης, το αρχαιότερο του είδους στον ελλαδικό χώρο μέχρι σήμερα. Η χρήση του χώρου φτάνει ως και τα ρωμαϊκά χρόνια, αν και τότε έχει ήδη χάσει την ιερότητά του. Απ’ την άλλη πλευρά η παρουσία τέτοιου ιερού στο χώρο της Μένδης δικαιολογείται απόλυτα, αν σκεφτεί κανείς τον εμπορικό χαρακτήρα της Μενδαϊκής οικονομίας.
Η εικόνα που σήμερα δίνει το ιερό δεν είναι άλλη, παρά μια συστάδα κτιρίων, που εξ αιτίας της στενότητας της χερσονήσου εφάπτονται ή πατούν το ένα στο άλλο. Η εικόνα συμπληρώνεται απ’ τους λάκκους-αποθέτες που έχουν να επιδείξουν έναν αξιόλογο αριθμό αγγείων, ειδώλια, καθώς και άλλα μικρο-αναθήματα (μαχαίρια, εργαλεία, περιδέραια, σφραγίδες) ντόπια ή όχι.
Αδιάψευστη μαρτυρία, ότι η στενή χερσόνησος χρησιμοποιήθηκε ως ιερό του Ποσειδώνα απ’ τον 12ο-11ο αιώνα αποτελεί μεγάλο κτίριο, με προσανατολισμό Β- Ν, που εντοπίστηκε στα νότια του υστεροαρχαϊκού κτιρίου Γ (και σε επαφή με τη νότια αψίδα του) και φαίνεται ότι καταστράφηκε τον 10ο αιώνα με βίαιο τρόπο. Αυτό που κάνει το κτίριο αξιοπρόσεχτο είναι η αψιδωτή απόληξη της Β. πλευράς του.
Παράλληλα, ένα άλλο κτίριο, που επίσης χρονολογείται τον 12ο αιώνα π. X. δίνει ένα πανάρχαιο τύπο βωμού, σχηματισμένου απ’ την τέφρα των ιερείων (σφάγια) που θυσιάζονταν στον Ποσειδώνα. Πρόκειται για μια εσχάρα, έναν πρόχειρο δηλαδή μικρό λάκκο, γεμάτο απ’ τη συσσωρευμένη στάχτη των επί χρόνια επαναλαμβανόμενων έμπυρων θυσιών. Η παρουσία της εσχάρας γίνεται αμέσως κατανοητή, αν σκεφτεί κανείς, ότι αυτός ο τύπος βωμού χρησιμοποιείται, σχεδόν αποκλειστικά, για τους χθόνιους θεούς.
Όσον αφορά την αρχαϊκή, κλασική και ελληνιστικο-ρωμαϊκή φάση του Ιερού ιδιαίτερη σημασία έχει το κτίριο Α, μια ναόσχημη κατασκευή δωρικού ρυθμού, χωρίς εξωτερική κιονοστοιχία. Ο ναός οικοδομείται αμέσως μετά τους Περσικούς πολέμους, χρόνια οικονομικής ευμάρειας της Μένδης και κατά συνέπεια έντονης οικοδομικής δραστηριότητας στο χώρο του Ιερού. Ο ναός αυτός έχει σφηνωθεί ανάμεσα σε δύο προγενέστερα κτίσματα Β και Γ.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός, ότι σχεδόν όλο το εσωτερικό, καθώς και οι τοίχοι του κτιρίου, ήταν καλυμμένοι από συμπαγή καθαρό κιτρινωπό πηλό. Εκτός αυτού αξιόλογοι είναι και οι αποθέτες προσφορών, καθώς και οι κωνικές κοιλότητες -υπαίθριοι μάλλον χώροι προσφορών και εμπύρων θυσιών- που αποκαλύφθηκαν στο δάπεδο του πρόναου και του κυρίως ναού.
Έχει ήδη διαπιστωθεί η χρήση ναού έως και τον 2ο- 3ο αιώνα μ.Χ., όχι όμως ως κτίσμα λατρευτικό, αλλά ως εργαστήρι αγγειοπλαστικής. Σ’ αυτό άλλωστε συνηγορούν οι λάκκοι απορριμμάτων με λύχνους ρωμαϊκής εποχής, ένα διάχωρο από όρθιες κεραμίδες με καθαρό κίτρινο πηλό, πιθάρι για αποθήκευση νερού, απαραίτητου για τις ανάγκες ενός τέτοιου εργαστηρίου, καθώς και κεραμικός κλίβανος της αυτής με τους λύχνους εποχής.
Το κτίριο Β, ο προορισμός του οποίου εξακολουθεί να παραμένει αινιγματικός, βρίσκεται ΝΔ του ναού. Η κεράμωση, η άφθονη κεραμική στο δάπεδό του, καθώς και βωμοί-προσκυνήματα, όλα ελληνιστικής εποχής, μαρτυρούν τη χρήση, είτε του ίδιου του κτιρίου, είτε μικρότερων κτισμάτων στο εσωτερικό του, κατά τους χρόνους μετά τον Μέγα Αλέξανδρο.
Τον 7ο αιώνα άρχισε η κατασκευή του κτιρίου Γ, παράλληλου με το ναό, που ολοκληρώθηκε στα μέσα του 6ου αι. π. X. Πρόκειται για αξιόλογη κατασκευή που οι δυο στενές της πλευρές καταλήγουν σε αψίδες. Κατά τα ελληνιστικά χρόνια όμως καθαιρέθηκε ο εγκάρσιος αρχαϊκός τοίχος και σχηματίστηκε ένας ενιαίος χώρος με δύο αντικριστές αψίδες και αναβαθμό κατά μήκος των μακριών πλευρών του.
Απαραίτητη, τέλος, σ’ αυτό το σημείο είναι η μνημόνευση δύο ακόμη βωμών των αρχών του 4ου αι. π. X. Ο πρώτος είναι ενεπίγραφος με αφιέρωση στον “Πόντιο Ποσειδώνα”, προστάτη των θαλασσών, απ’ τον Κάλχα, γιο του Λύιου. Δίπλα, σ’ έναν μικρό ιερό βωμό, λατρευόταν ο χθόνιος Ποσειδώνας, ο Ποσειδώνας των σεισμών, της γήινης δραστηριότητας. Το σημαντικό στο βωμό αυτό είναι ότι γι’ αυτή τη δεύτερη υπόσταση του θεού υπήρχε σειρά αγωγών, πήλινων σωληνωτών κατασκευών που εισχωρούσαν βαθιά στο έδαφος, κάτι που φαίνεται να χρησιμοποιείται για πρώτη φορά σε αρχαίο Ιερό. Έτσι, οι υγρές προσφορές (χοές) των πιστών έφθαναν στα έγκατα της γης για να κατευνάσουν την οργή που διακατείχε κατά καιρούς το Σεισίχθονα Ποσειδώνα.
Η περιήγηση στην πόλη της Μένδης και στο Ιερό της, το Ιερό του Ποσειδώνα, τελειώνει σ’ αυτό το σημείο, θα ήταν όμως εύλογο, αυτό το μικρό πόνημα να τελειώσει με την ευχή για όσο το δυνατό γρηγορότερη ολοκλήρωση των ανασκαφών. Έτσι, θα μπορέσει η αρχαιολογική έρευνα να αναρριπίσει τον πολιτισμό της Μένδης και να ανασυγκροτήσει, όσο το δυνατό, την παλιά εικόνα της.

Ταυτότητα Μνημείου
Monday, August 31, 2020
Ονομασία: Αρχαιολογικός χώρος Ποσειδίου (Καθορισμός Ζωνών Προστασίας Α και Β.)
Θέση: Ποσείδι Χαλκιδικής
Τύπος Κήρυξης: Αρχαιολογικός χώρος
Είδος Μνημείου: Αρχαιολογικές Θέσεις
Χρονική Περίοδος: Αρχαιότητα, Αρχαϊκή, Κλασική, Ελληνιστική
Φορέας Προστασίας: ΙΣΤ' ΕΠΚΑ
Αριθμός Υπουργικής Απόφασης, Αριθμός ΦΕΚ:
ΥΑ ΥΠΠΟ/ΑΡΧ/Α1/46548/2881/19-11-1997, ΦΕΚ 1080/Β/5-12-1997
ΥΑ ΥΠΠΟ/ΑΡΧ/Α1/Φ16/15767/790/31-3-1999, ΦΕΚ 443/Β/26-4-1999
Κείμενο: Για την προστασία των εκεί ευρισκομένων: ναού Α των αρχών του 5ου αι. πΧ, κτιρίου Β από τα τέλη 6ου αι. πΧ με πρόσκτισμα το κτίριο Δ του β΄ μισού 4ου αι. πΧ, αψιδωτού ναού Γ του β΄ τετάρτου 6ου αι. πΧ, θεμελίων αψιδωτού κτιρίου του τέλους 7ου αρχών 6ου αι. πΧ, αψιδωτού κτιρίου ΣΤ΄ με χρήση από την υπομυκηναϊκή έως την ελληνιστική περίοδο καθώς και των διάσπαρτων εντοπισμένων αρχαιοτήτων στην ευρύτερη περιοχή, μεταξύ των οποίων κτίσμα κλασικών χρόνων στη θέση Πύργος καθώς και του αρχαιολογικού χώρου στο Ποσείδιο του δήμου Κασσάνδρας Χαλκιδικής, στον οποίο περιλαμβάνονται το Ιερό του Ποσειδώνα, κτίριο κλασικών χρόνων στη θέση Πύργος, καθώς και διάσπαρτες αρχαιότητες, καθορίζονται Ζώνες Α και Β προστασίας του.

ΠΗΓΕΣ - ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Monday, August 31, 2020
Ιουλία Κουλεϊμάνη-Βοκοτοπούλου
Αρχαιολόγος (1939-1995) «Ανασκαφές Μένδης» 1989-1994
Μίνα Καϊάφα-Σαροπούλου
Αρχαιολόγος, Δρ. Αρχιτεκτονικής ΑΠΘ «Μένδη & Ιερό του Ποσειδώνα»

ΕΡΕΥΝΑ & ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ, ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ-ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΣΗ :

Βαγγέλης Κατσαρίνης
Ηλεκτρονικός - Κατασκευαστής Ιστοσελίδων Διαδικτύου
© Sunspot Web Design 2008-2024 ® 

Ancient Kassandra Sign

Το Ιερό της Αρτέμιδος (Σάνη Μαρίνα)
Artemis Sanctuary in Sani, Halkidiki

Sanctuary Artemis
Αρχαιολογικές ανασκαφές στην Αρχαία Σάνη
Σάνη - Ιερό της Αρτέμιδος
Monday, August 31, 2020
Οι εργασίες κατασκευής του μικρού τεχνητού λιμανιού στον όρμο Σταυρονικήτα αποτέλεσαν και το εναρκτήριο λάκτισμα για τη διενέργεια έρευνας και στο χώρο δίπλα στον ανευρεθέντα οικισμό. Ο χώρος που κατέλαβε τελικά η μαρίνα του συγκροτήματος αποδείχτηκε μεστός αρχαίας παρουσίας. Το μικρό λιμνίον ή τέλος - η ύπαρξη του οποίου θεωρείται πλέον βέβαιη - στο σημείο αυτό φαίνεται να ευνόησε και όχι να αναχαίτισε τη δημιουργία και τον μακρό βίο ενός υπαίθριου ιερού.
Η αρχαιολογική έρευνα αποκάλυψε ένα αδιατάρακτο στρώμα αρχαϊκών χρόνων (7ος-6ος αι. π.χ.), χωρίς αρχιτεκτονικά λείψανα, με μικρές μόνο κυκλικές ή επιμήκεις κατάγειες εστίες (εσχάρες), μήκους και διαμέτρου 0.50-1.50 μ., φτιαγμένες πρόχειρα με αργές πέτρες ή αλλεπάλληλες στρώσεις κεραμίδων στέγης. Οι έντονες καύσεις, το πλήθος των οστών, που φαίνεται τελικά να ανήκουν σε ζώα και όχι σε ανθρώπους, κατά την αρχική εκτίμηση, τα πολυάριθμα και εξαιρετικής ποιότητας όστρακα και ειδώλια, καθώς και οι πολύμυξοι λύχνοι - διασκορπισμένοι σ’ όλο το χώρο γύρω απ’ τις εσχάρες - συνηγορούν στην ύπαρξη ενός υπαίθριου χώρου λατρείας κάποιας χθόνιας θεότητας. Θα πρέπει να θεωρηθεί βέβαιη η τέλεση κατά τη διάρκεια της νύχτας έμπυρων θυσιών και εναγισμών πάνω σε εσχάρες υπό το φως
πολυάριθμων λύχνων, που έδιναν στο όλο σκηνικό μυστηριακό χαρακτήρα. Η εικόνα συμπληρώνεται από μια λίθινη κτιστή κατασκευή μικρών διαστάσεων (0.60 x 0.60 μ.), βάθους 1.00 μ., θεμελιωμένη σε ασταθές λασπώδες υπέδαφος στον πυθμένα της οποίας οδηγούσαν τρεις βαθμίδες. Έχει ερμηνευτεί ως δεξαμενή για το καθαρτήριο λουτρό του λατρευτικού ξόανου.
Το πρόβλημα κυριότητας του ιερού, που ανέκυψε με την πρώτη αποκάλυψη των εσχάρων και την περισυλλογή των κινητών ευρημάτων, βρήκε τη λύση του, μετά την προσεκτική θεώρηση και έλεγχο όλων των ανασκαφικών στοιχείων. Έχοντας υπ’ όψη τη θέση του ιερού, σε περιορισμένη ελώδη έκταση, ο Διόνυσος, οι Νύμφες, η Άρτεμις και η Αφροδίτη ήρθαν να διεκδικήσουν την κυριότητά του. Είναι θεότητες της βλάστησης και της γονιμότητας, της φύσης, θεότητες που λατρεύονταν σε τόπους υγρούς με άφθονα νερά, χωρίς να έχουν απαραίτητα ανάγκη απ’ την ύπαρξη ναού (στην περίπτωση του ιερού στη Σάνη λιγοστά ανασκαφικά στοιχεία υπαινίσσονται την ύπαρξη ιερού κτίσματος, χωρίς όμως αυτό να είναι απόλυτα τεκμηριωμένο).
Η λατρεία ανδρικής θεότητας στον όρμο αποκλείστηκε από την αρχή σχεδόν, όπως και η συμβίωση δύο θεοτήτων στο χώρο - Αρτέμιδος και Αφροδίτης - καθώς τα ίδια τα κινητά ευρήματα δεν συνηγορούν σε μια τέτοια σκέψη.
Τα ειδώλια παριστάνουν γυναικείες μόνο μορφές, κυρίως στον τύπο της όρθιας πολοφόρου κόρης, αλλά και ένθρονες μορφές, από ιωνικά ή κορινθιακά εργαστήρια. Πολλά, σε όρθια στάση, αποδίδουν με σαφήνεια την Άρτεμη καθώς απεικονίζονται με τόξο, ελάφι ή άλλα σύμβολά της, όπως καρπό, άνθος ή μικρό πουλί. Η ύπαρξη πολυάριθμων τέτοιων ειδωλίων και η παντελής απουσία ευρημάτων, που χαρακτηρίζουν λατρεία της Αφροδίτης ή άλλης χθόνιας θεότητας, δίνουν στην ομόαιμη του Απόλλωνα - Άρτεμη - τα σκήπτρα κυριότητας του ιερού.
Άλλωστε, η ύπαρξη παιδικών παιχνιδιών, ομοιωμάτων αγγείων, ειδωλίων, ζώων και ανάγλυφων πλακιδίων, πετεινών και σφιγγών, προσφορές - όλο - κατά τη διάρκεια των νυχτερινών τελετουργιών, προδίδουν τη λατρεία κουροτρόφου - παιδοτρόφου θεάς, ιδιότητες που αποδίδονται στην Άρτεμη. Μάλιστα, η ανεύρεση και περισυλλογή χείλους κύλικας με χαραγμένη την αρχή μιας ιωνικής ίσως προέλευσης προσωνυμίας της θεάς - ΤΑΣ ΠΥΘ[ΙΑΣ ΑΡΤΕΜΙΔΟΣ ΕΙΜΙ] - δίνει στην Άρτεμη την κυριότητα του ιερού, το χρίσμα του βιγλάτορα του χώρου, του προστάτη του όρμου και των ναυτικών που προσάραζαν σ’ αυτόν. Εκεί, στις πολυάριθμες πρόχειρες μικρές εσχάρες πραγματοποιούνταν, ίσως μόνο από γυναίκες, υπό το ταπεινό φως των λύχνων, οι τελετουργίες για να ξορκιστούν οι φόβοι και οι δεισιδαιμονίες, να εξευμενιστούν η τύχη της πόλης, η μοίρα των κατοίκων της, η θεά προστάτιδά τους ή και η ίδια η φύση. Τέλος το σύνολο των κινητών ευρημάτων, καθώς και τα λατρευτικά στοιχεία που αποκάλυψε η ανασκαφή, που παρουσιάζουν σαφείς ομοιότητες και αναλογίες με άλλα ιερά της Αρτέμιδος, δεν αφήνουν καμία αμφιβολία ότι στον ιερό αυτό χώρο τελούνταν λατρευτικές εκδηλώσεις προς τιμήν της κόρης της Λητώς, προστάτιδας του γυναικείου φύλου, του γάμου, του τοκετού και των νεογέννητων παιδιών.
Το ιερό, που χρονολογείται απ’ τα μέσα του 7ου αιώνα π.Χ. έως τον 4ο αιώνα π.Χ., φαίνεται να έφτασε στην μεγαλύτερη ευδοκίμηση τον 6ο αιώνα π.Χ. και το α' μισό του 5ου αιώνα π.Χ. Η ιωνική παρουσία στα πρώτα χρόνια της λειτουργίας του, που φαίνεται τόσο στην κεραμική, όσο και στα ιωνίζοντα στοιχεία της λατρείας, υποδηλώνει μια ξεχωριστή σχέση με την Ιωνία που περιορίζεται ωστόσο στον 7ο αι. π.Χ. Τότε τα ιωνικά αγγεία επιβάλλονται ποιοτικά και ποσοτικά στα κορινθιακά, αλλά και σ’ αυτά του ευβοϊκού και νησιωτικού εργαστηρίου. Στον 6ο αιώνα π.Χ. φθίνουν τόσο σε ποιότητα, όσο και ποσότητα, χωρίς όμως να εκλείπουν εντελώς, δίνοντας το προβάδισμα στον κορινθιακό αρχικά και αργότερα στον αττικό κεραμικό, ο οποίος κυριάρχησε και σ’ όλο τον 5ο αιώνα π.χ. Τα ντόπια χαλκιδικά αγγεία κάνουν αισθητή την παρουσία τους στο ιερό, αλλά και στον παρακείμενο οικισμό. Η ποιοτική ανωτερότητα όμως των εισηγμένων αγγείων, καθώς και οι αδιάκοπες όπως φαίνεται εμπορικές συναλλαγές της Σάνης με άλλες πόλεις του Ελληνικού κόσμου, αποτελούν στοιχεία ύπαρξης ενός ακμάζοντος οικισμού και ενός σημαντικότατου παρακείμενου ιερού, η μορφή και η ιστορία των οποίων άρχισε μόλις τις τελευταίες δεκαετίες να ιχνηλατείται.

Μίνα Καϊάφα-Σαροπούλου
Αρχαιολόγος, Δρ. Αρχιτεκτονικής ΑΠΘ «Η ΑΡΧΑΙΑ ΣΑΝΗ ΚΑΙ ΤΟ ΙΕΡΟ ΤΗΣ»

ΕΡΕΥΝΑ & ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ, ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ-ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΣΗ:
Βαγγέλης Κατσαρίνης
Ηλεκτρονικός - Κατασκευαστής Ιστοσελίδων Διαδικτύου
© Sunspot Web Design 2008-2024 ® 

ΑΡΧΑΪΚΟ ΙΕΡΟ ΣΤΗ ΣΑΝΗ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ
Monday, August 31, 2020
Ακολουθώντας την περιγραφή του Ηροδότου η τελευταία πόλη που αναφέρεται στη χερσόνησο της Παλλήνης μετά τη Μένδη είναι η Σάνη, η οποία δεν θα πρέπει να συγχέεται με την ομώνυμη πόλη στη χερσόνησο της Ακτής.
Για τη Σάνη της Παλλήνης οι πληροφορίες που διαθέτουμε είναι περιορισμένες. Σύμφωνα με τη γενική μαρτυρία του Στράβωνα φαίνεται ότι υπήρξε αποικία τον Ερετριέων, χωρίς, όμως, να παραδίδεται χρονολογία ίδρυσής της.. Κατά την κάθοδο του Ξέρξη το 480 π.Χ. στη νότια Ελλάδα ήταν μια από τις πόλεις της Παλλήνης, που παραχώρησε στρατιωτικές δυνάμεις στον Πέρση βασιλιά. Μετά την ήττα του στη Σαλαμίνα αποστάτη σε μαζί με τις υπόλοιπες πόλεις της χερσονήσου από τον περσικό ζυγό. Για τα χρόνια που ακολουθούν οι πηγές σιωπούν. Φαίνεται, όμως, ότι η πόλη εξακολουθεί να υπάρχει στα ρωμαϊκά χρόνια, αφού αναφέρεται από τον Στράβωνα.
Η αρχαία πόλη θα πρέπει να τοποθετηθεί στη δυτική ακτή της χερσονήσου, βόρεια της Μένδης και νότια της Ποτίδαιας. Η θέση της, όμως, δεν έχει ταυτιστεί με βεβαιότητα. Οι παλιότεροι ερευνητές την αναζητούσαν στην περιοχή των αγροτικών φυλακών Ξενοφώντος, στον όρμο της Μεγάλης Κύψας. Οι σωστικές ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν το διάστημα 1971-1974 κατά την ανέγερση ξενοδοχειακού συγκροτήματος στο ακρωτήριο του Αγίου Γεωργίου, βόρεια της Κύψας, έφεραν στο φως μια σημαντική αρχαιολογική θέση, της οποίας η ταύτιση με την αρχαία Σάνη είναι αρκετά πιθανή.
Το ακρωτήριο του Αγίου Γεωργίου βρίσκεται 10 χλμ. ΝΔ από την Ποτίδαια και 17 χλμ. ΒΔ από τη Μένδη . Πάνω στο ακρωτήριο υψώνεται βυζαντινός πύργος, ενώ στα νότιά του ανοίγεται ο όρμος του μετοχιού της Μονής Σταυρονικήτα . Οι σωστικές έρευνες έδειξαν ότι ο αρχαίος οικισμός εκτείνεται στο λόφο με τον πύργο και κάτω από το ξενοδοχειακό συγκρότημα και ότι στο χώρο της σύγχρονης μαρίνας τοποθετείται ένα υπαίθριο ιερό.
Το 1974 κατά την εκσκαφή της πισίνας εντοπίστηκε κεραμική πρωτογεωμετρικών και πρώιμων γεωμετρικών χρόνων (εγχώρια χειροποίητα όστρακα, απομιμήσεις υπομηκηναϊκών αγγείων, όστρακα με ομόκεντρους κύκλους). Παράλληλα, το 1971 είχε ανασκαφθεί κιβωτιόσχημος τάφος της ίδιας περιόδου και κατά την εκσκαφή των πέδιλων του ξενοδοχείου ερευνήθηκαν τρεις οικίες. Το 1972 δοκιμαστικές τομές κατά την κατασκευή μικρού λιμανιού στον όρμο έφεραν στο φως ειδώλια, κεραμική, οστά και λύχνους. Θεωρήθηκε, όμως, ότι πρόκειται για νεκροταφείο. Νέες έρευνες τα έτη 1987 και 1988 επιβεβαίωσαν την υποψία ότι τα ευρήματα προέρχονται από το χώρο ενός ιερού.
Όσον αφορά στον οικισμό οι παλιότερες ενδείξεις κατοίκησης του χώρου ανάγονται στην πρωτογεωμετρική και πρώιμη γεωμετρική εποχή. Κυρίως, όμως, εντοπίστηκαν κτίρια αρχαϊκών χρόνων και άφθονη κεραμική. Πρόκειται για οκτώ κτίρια που ανασκάφθηκαν αποσπασματικά στα θεμέλια του ξενοδοχειακού συγκροτήματος. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε η εύρεση άφθονης και καλής ποιότητας κεραμικής μέσα σε οικία και σε μικρή απόσταση από αυτήν. Τα όστρακα, που βρέθηκαν, χρονολογούνται στα τέλη του 8ου αι. π.Χ. και κυρίως στον 7ο αι. π.Χ. και προέρχονται από αγγεία πρώιμα κορινθιακά, ιωνικά, κυκλαδικά, ερετριακά με επίδραση από τις Κυκλάδες, ντόπια με ευβοϊκές και κυκλαδικές επιρροές. Σε μικρή απόσταση από την οικία εντοπίστηκαν δύο κυκλικοί αποθέτες, οι «περίβολοι 1 και 2». Είναι αρκετά πιθανό να αποτελούσαν αποθέτες κάποιου ιερού, καθώς στο εσωτερικό τους βρέθηκαν οστά ζώων, στάχτες, άφθονη κεραμική καθημερινής χρήσης και κεραμική καλής ποιότητας. Σε μια τέτοια περίπτωση και η γειτονική οικία θα έπρεπε να σχετιστεί με το ιερό.
Την εικόνα του οικισμού συμπληρώνουν τέσσερα κτίρια και μια ελλειψοειδής καλύβα, που ανασκάφθηκαν στα δυτικά των «περιβόλων» και που χρονολογούνται τον 7ο αι π.Χ.. Από τα κτίρια εντοπίστηκαν τμήματα τοίχων, ενώ ταυτόχρονα βρέθηκε άφθονη κεραμική καθημερινής χρήσης κυρίως. Η ελλειψοειδής καλύβα, στην οποία οδηγούσε λιθόστρωτο, είχε διαστάσεις 3,80 X 2,60 μ. και έφερε θυραίο άνοιγμα.
Στα νότια του ακρωτηρίου, στον όρμο του μετοχιού της Μονής Σταυρονικήτα εντοπίστηκε κατά την κατασκευή σύγχρονης μαρίνας ένα υπαίθριο ιερό με διάρκεια ζωής από τον 7ο έως τον 4ο αι. π.Χ.. Γεωμορφολογικές παρατηρήσεις έδειξαν ότι η μαρίνα κατέλαβε τον χώρο μιας ρηχής ελώδους λεκάνης διαμέτρου 100 μ. περίπου. Είναι πιθανό, λοιπόν, το ιερό να είχε ιδρυθεί σε μια θέση με άφθονη βλάστηση, όπου θα υπήρχε μια μικρή λίμνη ή ένα έλος. Δυστυχώς, η εικόνα, που έχουμε για το ιερό, είναι αποσπασματική. Σε μικρό βάθος από την επιφάνεια του εδάφους ανασκάφθηκαν εσχάρες για την προσφορά έμπυρων θυσιών. Οι εσχάρες, κυκλικές ή επιμήκεις, ήταν κατασκευασμένες με αργούς λίθους ή με αλλεπάλληλες στρώσεις κεραμίδων. Επάνω και γύρω τους, μέσα σε ίχνη καύσης βρέθηκαν οστά ζώων, όστρακα, λύχνοι, αστράγαλοι, ειδώλια και ανάγλυφα πλακίδια. Η μόνη κατασκευή που ερευνήθηκε στο χώρο ήταν μια μικρή λίθινη κτιστή δεξαμενή. Χτισμένη μέσα στο έδαφος διέθετε τρεις βαθμίδες, που οδηγούσαν στο πλακοστρωμένο δάπεδό της. Με βάθος 1 μ. και διαστάσεις 0,60 X 0,60 μ. φαίνεται ότι λειτουργούσε ως καθαρτήρια δεξαμενή για το λουτρό ενός ξόανου ή αγάλματος.
Ίχνη κάποιου ναού δεν βρέθηκαν, εκτός από δύο πήλινα αρχιτεκτονικά στοιχεία. Πρόκειται για ένα τμήμα σίμης με ζωγραφισμένα ανθέμια και για θραύσματα λεοντοκεφαλής για την εκροή νερών, τα οποία, όμως, είναι δυνατόν να αποτελούν και τυχαία ευρήματα.
Με τα έως τώρα δεδομένα φαίνεται ότι στο ιερό λατρευόταν μια γυναικεία θεότητα της βλάστησης, της γονιμότητας, των υδάτων. Οι άφθονοι λύχνοι, που βρέθηκαν, δηλώνουν την τέλεση νυχτερινών εορτών (παννυχίδες) προς τιμήν της θεάς, ενώ στο λατρευτικό τελετουργικό συμπεριλαμβανόταν και καθαρτήριο λουτρό του ξόανου της. Η λατρευόμενη θεότητα αναγνωρίστηκε ως Άρτεμις. Είναι γνωστό ότι η θεά λατρευόταν ως Άρτεμις Λιμνάτις και Ελεία στην ύπαιθρο, ενώ κατά την λατρεία της Αρτέμιδος Παγκλαρίας στην Πάτρα τελούνταν παννυχίδες. Με αυτήν την εικόνα συμφωνούν και τα ευρήματα από το ιερό -προσφορές των πιστών. Αρκετά από τα ειδώλια εικονίζουν τη θεά Άρτεμη ενώ οι άφθονοι αστράγαλοι και τα παιδικά παιχνίδια (μικκύλα αγγεία, ειδώλια ζώων) ταιριάζουν σε θεά κουροτρόφο, όπως η Άρτεμις. Την απόδοση του ιερού στη θεά ενισχύει και η εύρεση ενεπίγραφου οστράκου, η επιγραφή του οποίου συμπληρώνεται ως εξής: Τάς Πυθ[ίας Αρτέμιδος ειμί]. Παρ’ όλα αυτά η αναγνώριση της Αρτέμιδος ως κύρια θεότητα του ιερού δεν είναι ακόμα ασφαλής, αλλά αναμένουμε τα νέα ευρήματα να την επιβεβαιώσουν.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι στο ακρωτήριο του Αγίου Γεωργίου και στον όρμο του μετοχιού της Μονής άκμασε ένας σημαντικός οικισμός, πιθανότατα η Σάνη, ο οποίος έδωσε ενδείξεις συνεχόμενης κατοίκησης από τα πρωτογεωμετρικά χρόνια έως τον 4ο αι. π.Χ. Η άφθονη κεραμική που βρέθηκε, έδειξε ότι η πόλη με το γειτονικό ιερό της Αρτέμιδος διατηρούσε από νωρίς (8ος-7ος αι. π.Χ.) έντονες εμπορικές σχέσεις με την Ιωνία, την περιοχή των Κυκλάδων και την Εύβοια. Τον 6ο αι. π.Χ. η ίδρυση της γειτονικής Ποτίδαιας, αποικίας των Κορινθίων, σηματοδοτεί την έναρξη των επαφών με την Κόρινθο, ενώ το β' μισό του 6ου και κυρίως τον 5ο αι. π.Χ. παραχωρείται το προβάδισμα στην Αθήνα.

Ιουλία Βοκοτοπούλου
Αρχαιολόγος «ΑΡΧΑΪΚΟ ΙΕΡΟ ΣΤΗ ΣΑΝΗ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ»

ΕΡΕΥΝΑ & ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ, ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ-ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΣΗ:
Βαγγέλης Κατσαρίνης
Ηλεκτρονικός - Κατασκευαστής Ιστοσελίδων Διαδικτύου
© Sunspot Web Design 2008-2024 ® 

Φωτογραφίες Αρχαιολογικών Χώρων
Φωτογραφίες Ανασκαφών
Ευρήματα Ανασκαφών
ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ ΑΡΧΑΪΚΟΥ ΙΕΡΟΥ ΤΗΣ ΑΡΤΕΜΙΔΟΣ
ΠΕΡΙΟΔΟΙ ΑΝΑΣΚΑΦΩΝ: (1971-1974) & (1987-1993)
Monday, August 31, 2020

Το 1972 δοκιμαστικές τομές κατά την κατασκευή μικρού λιμανιού στον όρμο έφεραν στο φως ειδώλια, κεραμική, οστά και λύχνους. Θεωρήθηκε, όμως, ότι πρόκειται για νεκροταφείο. Νέες έρευνες τα έτη 1987 και 1988 επιβεβαίωσαν την υποψία ότι τα ευρήματα προέρχονται από το χώρο ενός ιερού.
Κατά την κατασκευή σύγχρονης μαρίνας,  εντοπίσθηκε ένα υπαίθριο ιερό με διάρκεια ζωής από τον 7ο έως τον 4ο αι. π.Χ.. Γεωμορφολογικές παρατηρήσεις έδειξαν ότι η μαρίνα κατέλαβε τον χώρο μιας ρηχής ελώδους λεκάνης διαμέτρου 100 μ. περίπου. Είναι πιθανό, λοιπόν, το ιερό να είχε ιδρυθεί σε μια θέση με άφθονη βλάστηση, όπου θα υπήρχε μια μικρή λίμνη ή ένα έλος. Δυστυχώς, η εικόνα, που έχουμε για το ιερό, είναι αποσπασματική. Σε μικρό βάθος από την επιφάνεια του εδάφους ανασκάφθηκαν εσχάρες για την προσφορά έμπυρων θυσιών. Οι εσχάρες, κυκλικές ή επιμήκεις, ήταν κατασκευασμένες με αργούς λίθους ή με αλλεπάλληλες στρώσεις κεραμίδων. Επάνω και γύρω τους, μέσα σε ίχνη καύσης βρέθηκαν οστά ζώων, όστρακα, λύχνοι, αστράγαλοι, ειδώλια και ανάγλυφα πλακίδια. Η μόνη κατασκευή που ερευνήθηκε στο χώρο ήταν μια μικρή λίθινη κτιστή δεξαμενή. Χτισμένη μέσα στο έδαφος διέθετε τρεις βαθμίδες, που οδηγούσαν στο πλακοστρωμένο δάπεδό της. Με βάθος 1 μ. και διαστάσεις 0,60 X 0,60 μ. φαίνεται ότι λειτουργούσε ως καθαρτήρια δεξαμενή για το λουτρό ενός ξόανου ή αγάλματος.
Ίχνη κάποιου ναού δεν βρέθηκαν, εκτός από δύο πήλινα αρχιτεκτονικά στοιχεία. Πρόκειται για ένα τμήμα σίμης με ζωγραφισμένα ανθέμια και για θραύσματα λεοντοκεφαλής για την εκροή νερών, τα οποία, όμως, είναι δυνατόν να αποτελούν και τυχαία ευρήματα.
Με τα έως τώρα δεδομένα φαίνεται ότι στο ιερό λατρευόταν μια γυναικεία θεότητα της βλάστησης, της γονιμότητας, των υδάτων. Οι άφθονοι λύχνοι, που βρέθηκαν, δηλώνουν την τέλεση νυχτερινών εορτών (παννυχίδες) προς τιμήν της θεάς, ενώ στο λατρευτικό τελετουργικό συμπεριλαμβανόταν και καθαρτήριο λουτρό του ξόανου της. Η λατρευόμενη θεότητα αναγνωρίστηκε ως Άρτεμις. Είναι γνωστό ότι η θεά λατρευόταν ως Άρτεμις Λιμνάτις και Ελεία στην ύπαιθρο, ενώ κατά την λατρεία της Αρτέμιδος Παγκλαρίας στην Πάτρα τελούνταν παννυχίδες. Με αυτήν την εικόνα συμφωνούν και τα ευρήματα από το ιερό -προσφορές των πιστών. Αρκετά από τα ειδώλια εικονίζουν τη θεά Άρτεμη ενώ οι άφθονοι αστράγαλοι και τα παιδικά παιχνίδια (μικκύλα αγγεία, ειδώλια ζώων) ταιριάζουν σε θεά κουροτρόφο, όπως η Άρτεμις. Την απόδοση του ιερού στη θεά ενισχύει και η εύρεση ενεπίγραφου οστράκου, η επιγραφή του οποίου συμπληρώνεται ως εξής: Τάς Πυθ[ίας Αρτέμιδος ειμί]. Παρ’ όλα αυτά η αναγνώριση της Αρτέμιδος ως κύρια θεότητα του ιερού δεν είναι ακόμα ασφαλής, αλλά αναμένουμε τα νέα ευρήματα να την επιβεβαιώσουν.
Σχετικά με την ταύτιση του ιερού, ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία που οδηγεί στην λατρεία της Αρτέμιδος είναι τα πήλινα ειδώλια, που απεικονίζουν την θεά να κρατά τόξο και νεαρό ελάφι. Είναι, επίσης, χαρακτηριστικό ότι στην ανασκαφή βρέθηκαν πήλινα ειδώλια, τα οποία αναπαριστούν μόνο γυναικείες μορφές. Έτσι, εμφανίζεται ο τύπος της όρθιας κόρης, που φορά ιμάτιο και φέρει πόλο, ένθρονα ειδώλια (ιωνικού τύπου), καθώς και γυναικεία ειδώλια, τα οποία κρατούν καρπό, άνθος ή μικρό πουλί.

ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ
ΚΕΙΜΕΝΑ, ΑΡΘΡΑ, ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ & ΒΙΒΛΙΑ ΤΩΝ:

Ιουλία Βοκοτοπούλου - Αρχαιολόγος
ΝΑΤΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ «Η ΑΡΤΕΜΙΣ ΚΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» (2009)

ΕΡΕΥΝΑ & ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ, ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ-ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΣΗ:
Βαγγέλης Κατσαρίνης
Ηλεκτρονικός - Κατασκευαστής Ιστοσελίδων Διαδικτύου
© Sunspot Web Design 2008-2024 ® 

Ancient Kassandra Sign

Ιερό του Απόλλωνα Καναστραίου (Παλιούρι)
Sanctuary of Apollo at Kanistro Paliouri

Ιερό του Απόλλωνα Θεράμβου (Παλιούρι)
Ancient Theramvos
ΡΩΜΑΪΚΗ ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ ROMAN KASSANDRA

Ιερό του Απόλλωνα Θεράμβου (Παλιούρι)

Monday, August 31, 2020
Ο Απόλλωνας, θεός του ήλιου και γενικά του φωτός στην χερσόνησο της Κασσάνδρας πήρε την επωνυμία Καναστραίος. Το επώνυμο αυτό προήλθε από το τοπωνύμιο Καναστραίο που αναφέρει ο Ηρόδοτος τον 5ο αιώνα π.Χ. Ο Ψευδοσκύλλακας (4ος αιώνας π.Χ.) το ονομάζει ιερόν ακρωτήριον. Ο Στράβωνος (64 π.Χ.-4 μ.Χ.) το ονομάζει Κάναστρο, ο Απολλόδωρος (2ος αιώνας μ.Χ.) Κάναστρο, ο Στέφανος ο Βυζάντιος (6ος αιώνας μ.Χ.) το ονομάζει Κάναστρον. Σήμερα η περιοχή ονομάζεται Κάνιστρο. Μια αναθηματική επιγραφή που βρέθηκε στο χώρο του ιερού του Άμμωνα Δία «παρά την Άφυτιν» αναφέρεται στην λατρεία του Καναστραίου Απόλλωνα. Μέσα στο χώρο του ιερού υπήρχε προσκυνητάρι και βωμός προς τιμήν του θεού.
ΑΠΟΛΛΩΝI ΚΑΝΑΣΤΡΑΙΩ ΑΝΕΘΗΚΑ ΜΕΝΑΝΔΡΟΣ
Η επιγραφή αυτή είναι του 2ου αιώνα μ.Χ. και αναφέρεται στον θεό Απόλλωνα του Κανίστρου. Αν λάβουμε υπόψη μας την μαρτυρία του Σκύλλακα που το ονομάζει ιερόν ακρωτήριο και την παραπάνω επιγραφή τότε βλέπουμε πως στο Κάνιστρο υπήρχε ένα ιερό προς τιμή του θεού Απόλλωνα. Ο Σκύλλακας μας δίνει την πληροφορία αυτή τον 4ο αιώνα π.Χ. δηλαδή το Καναστραίο ή Κάνιστρο είναι ιερός χώρος στην εποχή του καθώς και με την επιγραφή του 2ου αιώνα μ.Χ. που βρέθηκε στο ιερό του Άμμωνα βλέπουμε πως γίνεται μνεία του ιερού από τον 4ο αιώνας π.Χ. μέχρι και τον 2ο αιώνα μ.Χ.
Το Κάνιστρο μοιάζει με χερσόνησο και είναι αρκετά μεγάλη περιοχή. Τίθεται λοιπόν το ερώτημα που βρισκόταν το ιερό. Περπατώντας κανείς την περιοχή του Κανίστρου θα καταλάβει πως το μόνο κατάλληλο σημείο για κάποια κτιριακή εγκατάσταση ανάμεσα στις κακοτράχαλες και βραχώδες ακτές του ακρωτηρίου είναι η περιοχή του όρμου του Αγίου Νικολάου.
Στον όρμο σχηματίζεται μια βραχώδης νησίδα μήκους 100 μ. και πλάτους 40 μ. περίπου όπου υπάρχουν επιφανειακά ίχνη κτιριακών εγκαταστάσεων. Η γύρω περιοχή έχει υδροφόρα στρώματα με πόσιμο νερό. Ο κολπίσκος που σχηματίζεται Νότια της νησίδας είναι ένα φυσικό λιμάνι όπου μπορεί να δεχθεί έναν ικανοποιητικό αριθμό σκαφών για στάθμευση. Το σημείο αυτό είναι το τελευταίο φυσικό λιμάνι της χερσονήσου και έχει ιδιαίτερη στρατηγική σημασία γιατί από εκεί ελέγχεται η είσοδος και έξοδος των πλοίων στον Τορωναίο κόλπο καθώς και στην ανοιχτή θάλασσα. Σ’ αυτό το σημείο προτίμησε να αράξει ο στόλος του Ξέρξη πιθανόν για τους παραπάνω λόγους.
Η νησίδα παρουσιάζει επιφανειακές ενδείξεις όστρακα - θεμέλια κτιρίων από τους Κλασικούς, Ρωμαϊκούς και Βυζαντινούς χρόνους. Σε μερικά σημεία φαίνονται πολύ καλά οι θεμελιώσεις κτιρίων. Σημαντικά ίχνη Ρωμαϊκής Εποχής, (όστρακα αγγείων, ένα καμίνι, τάφοι καί τοίχοι κτιρίων) υπάρχουν στην αρχή της νησίδας. Στο Νότιο εξωτερικό τοίχο της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου, που βρίσκεται εκεί, υπάρχουν εντοιχισμένοι γωνιόλιθοι και ένα κιονόκρανο ιωνικού ρυθμού προφανώς από το αρχαίο ιερό.
Η ύπαρξη πρώιμων βυζαντινών ιχνών δηλώνει πως το χώρο του ιερού κατέλαβε κάποια χριστιανική εκκλησία, συνήθεια των χριστιανών να εξαλείψουν κάθε τι που θύμιζε την ειδωλολατρεία μετά την επιβολή της νέας θρησκείας το 396 μ.Χ. Το ναϊδριο του Αγίου Νικολάου κατασκευάστηκε στις αρχές του αιώνα μας και πάνω σε θεμέλια παλαιότερης εκκλησίας η οποία προϋπήρχε στο χώρο όπως πληροφορήθηκα απο γέροντες του γειτονικού χωριού Παλιουριού. Η θέση του είναι παράλια και σωστά απέδωσαν οι χριστιανοί την λατρεία του χώρου στον Άγιο της θάλασσας και προστάτη των ναυτικών Νικόλαο. Αυτή η θέση θα ταίριαζε πολύ περισσότερο στον θεό Ποσειδώνα και όχι στον Απόλλωνα που η παραδοσιακή του λατρεία συνηθιζόταν σε κορυφές βουνών. Γιατί λοιπόν να δοθεί η λατρεία ενός τέτοιου χώρου στον Απόλλωνα. Ένας από τους λόγους της λατρείας του θεού εκεί είναι το ότι η περιοχή του ιερού πρωτοαντικρύζει τον ήλιο να ξεπροβάλλει το πρωινό απέναντι από το όρος Άθως. Ο ήλιος ρίχνει τις πρώτες του ακτίνες στ’ ακρωτήρι μεγαλόπρεπα τα πρωινά. Έτσι πρέπει να έχουμε ένα Λύκειο Απόλλωνα στην χερσόνησο.
Τον 5ο αιώνα π.Χ. ο στόλος του Ξέρξη προσάραξε στο χώρο του ιερού όχι γιατί ήταν ο μοναδικός σταθμός - λιμένας αλλά γιατί ήταν η στρατηγικότερη θέση λιμένας της χερσονήσου και ίσως να υπήρχε και το ιερό. Είναι άγνωστο πότε πρωτοξεκίνησε η λατρεία στο χώρο του ιερού. Πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι η περιοχή του ακρωτηρίου ανήκε στην πόλη της Σκιώνης. Μια σημαντική πληροφορία για το ότι ήταν περιοχή της Σκιώνης μας δίνει ο Θουκυδίδης όταν μας αναφέρει ότι ο σπαρτιάτης στρατηγός Βρασίδας πέρασε από την Τορώνη απέναντι στη Σκιώνη στην περίοδο του Πελοποννησιακού πολέμου. Έτσι πολλοί ερευνητές μπερδεύτηκαν και τοποθέτησαν την πόλη της Σκιώνης στην Ανατολική μεριά της χερσονήσου: δεν αποκλείεται όμως ο Θουκυδίδης να εννοεί πως ο Βρασίδας πέρασε από την Τορώνη απέναντι στην περιοχή της Σκιώνης και στη συνέχεια να πήγε με τα πόδια ή με άλογο στην πόλη. Δηλαδή ο Βρασίδας πρέπει να κατέβηκε κάπου πιο Νότια στην περιοχή του Κανίστρου ή της Θεράμβου. Αν κοιτάξουμε προσεκτικά στον χάρτη της χερσονήσου θα δούμε πως η Τορώνη είναι ακριβώς απέναντι από το Κάνιστρο.
Η λατρεία του θεού Απόλλωνα υπήρχε και σε άλλες πόλεις της Χαλκιδικής, (Όλυνθος, Απολλωνία κ.λ.π.). Από ανασκαφές στην Ποτίδαια βρέθηκε ένας τύπος νομισμάτων που απεικονίζει την κεφαλή του Απόλλωνα με την επιγραφή Απόλλωνος και κόπηκε από ιερό όπως έκαναν πολλά άλλα ιερά στον Ελλαδικό χώρο. Βλέπουμε λοιπόν πως η λατρεία του θεού στο χώρο της Κασσάνδρας και γενικά της Χαλκιδικής είναι σημαντική.

Παρασκευάς Μάγειρας «Αρχαίες λατρείες και ιερά στην χερσόνησο της Κασσάνδρας» (1997)

ΕΡΕΥΝΑ & ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ, ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ-ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΣΗ:
Βαγγέλης Κατσαρίνης
Ηλεκτρονικός - Κατασκευαστής Ιστοσελίδων Διαδικτύου
© Sunspot Web Design 2008-2024 ® 

Αρχαία Θέραμβος (Παλιούρι)

Monday, August 31, 2020
Ο Απόλλων, ο θεός του φωτός και της μουσικής, γιος του Διός και της Λητούς, για πρώτη φορά αναφέρεται σε γραπτά κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας στα ομηρικά έπη και στα έργα του Ησιόδου. Το όνομα του θεού φαίνεται να έχει δωρική προέλευση, αλλά είναι σχεδόν βέβαιο ότι στην εικόνα και την λατρεία, όπως διαμορφώθηκε με το πέρας των χρόνων, θα πρέπει να αναγνωρισθούν, πέραν των δωρικών στοιχείων, και μινωικά στοιχεία. Μία σειρά από επίθετα συνοδεύουν συχνά το όνομα του θεού, συμβάλλοντας σημαντικά στην κατανόηση των ιδιοτήτων, με τις οποίες σχετιζόταν. Φοίβος, Πύθιος, Κάρνειος, Αγυιεύς, Νόμιος, Σιτάλκας, Ερυθίβιος, Επικούριος, Δελφίνιος, Σμινθεύς, Αλεξίκακος, Ιατρομάντις, Παιάν, Πατρώος, Ούλιος είναι μερικά μόνο από τα προσωνύμια του θεού που απαντώνται σε όλη την ελληνική επικράτεια. Ο Απόλλων είναι ο θεός των καθαρμών και των εξαγνισμών, θεός της μαντικής, προστάτης των οδών, θεός θεραπευτής, καθώς και προστάτης των κοπαδιών, των αγρών και των καλλιεργειών. Όλες αυτές οι ιδιότητες τον έκαναν έναν από τους σημαντικότερους θεούς των Ελλήνων, ενώ η εμβέλεια του ιερού του στους Δελφούς είχε ξεπεράσει τα όρια του ελληνικού κόσμου.
Η επόμενη πόλη που μνημονεύεται από τον Ηρόδοτο, νότια της Αιγής, προς τη μεριά του Τορωναίου κόλπου, είναι η Θέραμβος. Το όνομά της απαντάται στις γραπτές πηγές με τη μορφή Θεράμβως, Θραμβηίς, Στράμβαι. Θράμβαι. Θάραμβος και Θρόμβος. Η πόλη αναφέρεται πρώτη φορά τον 6ο αιώνα π.Χ. με το όνομα Θραμβηίς και φαίνεται ότι ανήκε στις παλιότερες πόλεις της χερσονήσου. Πιθανώς υπήρξε αποικία των Ερετριέων, γεγονός που δεν έχει επιβεβαιωθεί ακόμα ανασκαφικά. Το 480 π.Χ. υποκύπτει στις δυνάμεις του Ξέρξη και παραχωρεί υλικό και ανθρώπινο δυναμικό. Αργότερα γίνεται μέλος της Αθηναϊκής Συμμαχίας καταβάλλοντας τον απαιτούμενο φόρο αρχικά από κοινού με τη Σκιώνη και στη συνέχεια μόνη της. Για την ιστορία της πόλης δεν διαθέτουμε άλλες πληροφορίες.
Όσον αφορά στην τοπογραφία της φαίνεται ότι η Θέραμβος ήταν μια μικρή πόλη, που βρισκόταν νότια της Αιγής και κοντά στη Σκιώνη. Είχε χτιστεί σε ημιορεινή περιοχή, στην οποία υπήρχε και ακρωτήριο. Η θέση της αρχαίας πόλης τοποθετείται στην περιοχή του σύγχρονου Παλιουρίου, που φαίνεται να ανταποκρίνεται στις περιγραφές τον αρχαίων πηγών. Η ενδοχώρα είναι λοφώδης και στα ανατολικά δεσπόζει το ακρωτήριο Χρούσο. Μάλιστα στα βόρεια του σύγχρονου χωριού, στο ύψωμα Αράπης και στους δύο χαμηλούς λόφους στα ανατολικά του εντοπίστηκαν οικιστικά λείψανα από την εποχή του Χαλκού μέχρι τα ελληνιστικά χρόνια. Συγκεκριμένα βρέθηκαν οικισμός της ύστερης εποχής του Χαλκού και της πρώιμης εποχής του Σιδήρου, άφθονη κεραμική αρχαϊκών και κλασικών χρόνων και κεραμική ελληνιστικής εποχής. Αλλά και στο γειτονικό ακρωτήριο Χρουσο εντοπίστηκε εγκατάσταση αρχαϊκών χρόνων. Η ταύτιση της συνεχούς εγκατάστασης στο ύψωμα Αράπης με την αρχαία Θέραμβο είναι αρκετά πιθανή, αλλά όχι ακόμα ασφαλής.
Στην επικράτεια της Θεράμβου φαίνεται να υπάγεται το ιερό του Απόλλωνα Καναστραίου, η ύπαρξη του οποίου βεβαιώνεται από αναθηματική επιγραφή που βρέθηκε στο ιερό του Άμμωνος Διός στην Άφυτο. Αν και το ιερό δεν έχει εντοπιστεί ανασκαφικά, η μαρτυρία του Σκύλακα, που κατονομάζει το Καναστραίο ακρωτήριο «ιερόν ακρωτήριον», μας επιτρέπει να αναζητήσουμε το συγκεκριμένο ιερό στην περιοχή της Θεράμβου και συγκεκριμένα στη χερσόνησο του Αγίου Νικολάου, όπου είναι ορατοί μέσα στη θάλασσα τοίχοι κτιρίων και όστρακα.

ΕΡΕΥΝΑ & ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ, ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ-ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΣΗ:
Βαγγέλης Κατσαρίνης
Ηλεκτρονικός - Κατασκευαστής Ιστοσελίδων Διαδικτύου
© Sunspot Web Design 2008-2024 ® 

Η ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΡΑΜΒΟΣ ΣΤΟ ΠΑΛΙΟΥΡΙ

Monday, August 31, 2020
Κοινή είναι η διαπίστωση των αρχαιολόγων, των ιστορικών, αλλά και των άλλων ερευνητών ότι η αρχαία Θέραμβος ήταν χτισμένη στην ευρύτερη περιοχή της σημερινής Κοινότητας Παλιουρίου, στο νοτιότερο δηλαδή άκρο της χερσονήσου της Παλλήνης. Σ’ αυτό συμφωνούν όλοι, στηριζόμενοι κυρίως στις αναφορές του Ηροδότου και των άλλων αρχαίων συγγραφέων. Εκεί όμως που δεν υπάρχει συμφωνία είναι η ακριβής θέση της πόλης, αφού στην περιοχή δεν έχουν γίνει ακόμη συστηματικές αρχαιολογικές έρευνες. Άλλοι υποθέτουν ότι η Θέραμβος βρίσκεται στη θέση «Γλαρόκαβος», στην παραλία δηλαδή βόρεια του Παλιουρίου και ίσως είναι αυτοί που έχουν το μεγαλύτερο δίκαιο, αφού σ’ αυτήν την περιοχή και λίγο νοτιότερα (στο ακρωτήριο Χρούσω και στις παρακείμενες εγκαταστάσεις του EOT), έχουν έρθει μέχρι τώρα στο φως οι περισσότερες ενδείξεις για την παρουσία ενός οργανωμένου αρχαίου οικισμού. Άλλοι υποστηρίζουν, κι αυτοί βέβαια με το δίκιο τους (αφού κι εδώ ανιχνεύονται διάφορες αρχαιότητες) ότι η Θέραμβος εντοπίζεται στους χαμηλούς λόφους γύρω από το ύψωμα «Αράπης», στα δυτικά του Παλιουρίου. Βέβαια στην ευρύτερη περιοχή και με βάση τα αρχαιολογικά δεδομένα, που προέρχονται από την επιφανειακή κυρίως έρευνα και τα τυχαία ευρήματα, υπάρχουν κι άλλες υποψήφιες θέσεις, στις οποίες θα μπορούσε ν’ αναζητήσει κανείς τη Θέραμβο.
Η πόλη αναφέρεται στις αρχαίες πηγές με διάφορες παραλλαγές του ονόματός της: Θεράμβως, Θράμβος, Θράμβης, Θραμβηϊς, Θράμβαι, Θραμβούς, Θάραμβος, αλλά και Στράμβαι. Σημαντικότερες πάντως για την ταύτιση της πόλης είναι οι πληροφορίες του Ηροδότου, ενώ ο Στέφανος Βυζάντιος μπερδεύει λίγο τα πράγματα, αφού σημειώνει ότι οι κάτοικοι της πόλης ονομαζόντουσαν «Σταγειρίται Στραβαίοι», γεγονός που οδήγησε ορισμένους μελετητές στην υπόθεση ότι η Θέραμβος ήταν αποικία των Σταγείρων, άποψη οπωσδήποτε εσφαλμένη. Όπως και οι περισσότερες πόλεις της Χαλκιδικής, πρέπει και η Θέραμβος να ήταν ευβοϊκή αποικία, το πιθανότερο της Ερέτριας.
Ελάχιστα πράγματα είναι γνωστά για την ιστορική διαδρομή της πόλης. Κατά τον Ηρόδοτο, αναγκάσθηκε και η Θέραμβος, όπως άλλωστε και όλες σχεδόν οι χαλκιδικές πόλεις, σε υποχρεωτική στρατολογία από τον Ξέρξη. Προφανώς, όπως κι εκείνες, εξηγέρθη κατά των Περσών μετά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, ενώ είναι γνωστό από τους φορολογικούς καταλόγους ότι, αμέσως μετά τους μηδικούς πολέμους, μετείχε της A' Αθηναϊκής Συμμαχίας, στο κοινό ταμείο της οποίας κατέβαλλε ετησίως 1.000 - 1.100 δραχμές. Το γεγονός ότι δεν αναφέρεται από τον γεωγράφο Στράβωνα, που έζησε στα χρόνια του Χριστού, σημαίνει πιθανότατα, ότι, την εποχή εκείνη, η πόλη ήταν ήδη ερημωμένη. Προφανώς οι κάτοικοί της είχαν μεταφερθεί από τον Κάσσανδρο, το 316 π.Χ., στην ομώνυμη πόλη, που ιδρύθηκε τότε στη θέση της αρχαιότερης Ποτίδαιας. Από την άλλη όμως μεριά, η παρουσία σήμερα σ’ ολόκληρη την ευρύτερη περιοχή του Παλιουρίου σημαντικών ενδείξεων μεταγενέστερης κατοίκησης, κυρίως των χρόνων της ρωμαιοκρατίας, φανερώνει ότι η ζωή, μετά την ερήμωση της Θεράμβου, συνεχίστηκε σε άλλον ή σε άλλους γειτονικούς οικισμούς. Να σημειώσουμε μερικές απ’ αυτές τις ενδείξεις, οι οποίες προέρχονται από αρχαιολογικής φύσεως παρατηρήσεις και έρευνες που, κατά καιρούς, έγιναν στην περιοχή. Προηγουμένως όμως αξίζει ν’ αναφέρουμε ότι μια αναθηματική επιγραφή, που προέρχεται από το Ιερό του Άμμωνα Δία της Αφύτιος (σήμερα στην Καλλιθέα), μας πληροφορεί για την ύπαρξη ενός σημαντικού Ιερού, αφιερωμένου στον Απόλλωνα Καναστραίο. Είναι πολύ πιθανόν, το Ιερό αυτό να βρισκόταν στη μικρή χερσόνησο όπου σήμερα δεσπόζει ο ναΐσκος του Αγίου Νικολάου, στον οποίο μάλιστα υπάρχει εντοιχισμένο τμήμα ενός ιωνικού κιονόκρανου. Αρκετά τμήματα αρχαίων τοίχων διακρίνονται σ’ ολόκληρη την χερσόνησο, αλλά και μέσα στη θάλασσα. Και στα δυο άκρα επίσης του όρμου του Αγίου Νικολάου, όπως και στο μυχό του, υπάρχουν διάσπαρτα πολλά αρχαία όστρακα (δηλ. κομμάτια αρχαίων αγγείων).
Ας δούμε όμως σύντομα το αρχαιολογικό τοπίο της υπόλοιπης περιοχής, όπως έχει διαμορφωθεί μέχρι σήμερα:
Στο ύψωμα «Αράπης» που προαναφέραμε, ανιχνεύονται πολλά όστρακα, που χρονολογούνται από τα προϊστορικά μέχρι και τα βυζαντινά χρόνια. Στους γειτονικούς μ’ αυτό λόφους, διακρίνονται επιφανειακά ερείπια κτισμάτων, ενώ είναι βεβαιωμένη εδώ και η ύπαρξη ρωμαϊκού νεκροταφείου. Πρόσφατα μάλιστα, με τις εκσκαφές για την εγκατάσταση κεραίας ασύρματης τηλεφωνίας στο λόφο του «Αράπη», καταστράφηκαν στρώματα αρχαιολογικού ενδιαφέροντος.
Στη θέση «Μαυριδερό», δυτικά του Παλιουρίου και πάνω σε λόφο της περιοχής, είναι ορατά τα ερείπια αρχαίου κτίσματος.
Βέβαια, οι περισσότερες αρχαιότητες εντοπίζονται στην παραλία μεταξύ του Γλαρόκαβου και του ακρωτηρίου Χρούσω, στην περιοχή δηλαδή του τουριστικού συγκροτήματος «ΞΕΝΙΑ» και του κάμπινγκ του EOT. Στο λόφο ΒΔ του κόλπου του Γλαρόκαβου, εντοπίσθηκε προϊστορικός οικισμός, ενώ στην γύρω περιοχή υπάρχουν πολλά όστρακα και νεκροταφείο με κιβωτιόσχημους και κεραμοσκεπείς τάφους. Στο ύψωμα του ακρωτηρίου Χρούσω, περισυλλέγησαν, κατά καιρούς, όστρακα κυρίως ρωμαϊκά και διάφορα αρχιτεκτονικά μέλη. Στα θεμέλια των εγκαταστάσεων του «ΞΕΝΙΑ», βρέθηκαν το 1972 διάφορες αρχαιότητες, αλλά και κεραμικοί κλίβανοι των ρωμαϊκών χρόνων. Από την ίδια ίσως περιοχή προέρχεται και μια μελανόμορφη λήκυθος του β' μισού του 6ου αιώνα π.Χ., που παλιότερα βρισκόταν στη συλλογή του Ν. Τέλογλου και στη συνέχεια δωρίθηκε στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο. Με σωστική επίσης ανασκαφή, που έγινε στο κάμπινγκ του EOT το 1983, ήρθαν στο φως σημαντικές αρχαιότητες της ρωμαϊκής περιόδου. Πιο συγκεκριμένα, στην παραλία νότια του όρμου «Αλωνάκι» αποκαλύφθηκαν αποσπασματικά δυο πηλόκτιστοι κεραμικοί κλίβανοι, ο ένας ορθογώνιος και ο δεύτερος ημικυκλικός. Μεταξύ των δυο κλιβάνων, ανασκάφτηκε μεγάλο μέρος ενός επιστημένου πλακόστρωτου δαπέδου, ενώ γύρω και σε μικρή απόσταση απ’ αυτούς, ήρθαν στο φως σημαντικά οικοδομικά λείψανα και άλλα ευρήματα. Φαίνεται ότι η χρήση του χώρου ήταν κυρίως εργαστηριακή, αυτό όμως προϋποθέτει την παρουσία, σε γειτονική θέση, ενός αξιόλογου αρχαίου οικισμού. Στην ίδια αυτή θέση βρέθηκε, πριν από αρκετά χρόνια, η μακριά πλευρά μιας μαρμάρινης και ανάγλυφης ρωμαϊκής σαρκοφάγου, που μεταφέρθηκε στην αυλή της Κοινότητας του Παλιουρίου. Παριστάνει ερωτιδέα μεταξύ δυο γρυπών, να σηκώνει μεγάλη γιρλάντα, ενώ στη σωζόμενη δεξιά γωνία υπάρχει βουκράνιο.

Κώστας Σισμανίδης - Δρ. Κλασσικής Αρχαιολογίας ΑΠΘ

ΕΡΕΥΝΑ & ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ, ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ-ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΣΗ:
Βαγγέλης Κατσαρίνης
Ηλεκτρονικός - Κατασκευαστής Ιστοσελίδων Διαδικτύου
© Sunspot Web Design 2008-2024 ® 

Φωτογραφίες Αρχαιολογικών Χώρων

Ευρήματα Ανασκαφών

Χάρτες Αρχαιολογικών Χώρων

Ταυτότητα Μνημείων

Ταυτότητα Μνημείου
Wednesday, January 20, 2021

Ονομασία Μνημείου: Αρχαιολογικός χώρος στο ακρωτήρι Aγίου Nικολάου
Θέση: Περιοχή Παλιουρίου, ακρωτήριο Aγίου Nικολάου
Τύπος Κήρυξης: Αρχαιολογικός χώρος
Είδος Μνημείου: Αρχαιολογικές Θέσεις
Χρονική Περίοδος: Ελληνιστική, Ρωμαϊκή
Φορέας Προστασίας: ΙΣΤ' ΕΠΚΑ
Αριθμός Υπουργικής Απόφασης, Αριθμός ΦΕΚ:
ΥΑ ΥΠΠΟ/ΑΡΧ/Α1/Φ43/58116/3056 π.ε./29-12-1994, ΦΕΚ 118/Β/23-2-1995
Κείμενο: Tο ακρωτήρι Aγίου Nικολάου και το αμέσως προς τα δυτικά του ακρωτήριο, που σχηματίζουν τον όρμο του Aγίου Nικολάου, για την προστασία σημαντικού χώρου της ελληνιστικής-ρωμαϊκής εποχής.

Ταυτότητα Μνημείου
Wednesday, January 20, 2021

Ονομασία Μνημείου: Αρχαιολογικός χώρος στην παραλία Παλουρίου
Θέση: Παραλία Παλιουρίου, ακρωτήρι Kαράβι
Τύπος Κήρυξης: Αρχαιολογικός χώρος
Είδος Μνημείου: Αρχαιολογικές Θέσεις
Χρονική Περίοδος: Προϊστορική, Ελληνιστική, Ρωμαϊκή
Φορέας Προστασίας: ΙΣΤ' ΕΠΚΑ
Αριθμός Υπουργικής Απόφασης, Αριθμός ΦΕΚ:
ΥΑ ΥΠΠΟ/ΑΡΧ/Α1/Φ43/58116/3056 π.ε./29-12-1994, ΦΕΚ 118/Β/23-2-1995
Κείμενο: Κηρύσεται Αρχαιολογικός χώρος ο προϊστορικός οικισμός στο ακρωτήρι Kαράβι κοντά στο παλιό εργοστάσιο Kολοφωνίου καθώς και την παραλία Παλιουρίου, όπου το Camping του EOT, και την περιοχή Γλαρόκαβου, για την προστασία λειψάνων της ρωμαϊκής, υστερορωμαϊκής και μεσαιωνικής εποχής.

Ταυτότητα Μνημείου
Wednesday, January 20, 2021

Ονομασία Μνημείου: Αρχαιολογικός χώρος στο λόφο Αράπη στην περιοχή Παλιουρίου
Θέση: Περιοχή Παλιουρίου
Τύπος Κήρυξης: Αρχαιολογικός χώρος
Είδος Μνημείου: Αρχαιολογικές Θέσεις, Οικιστικά Σύνολα
Χρονική Περίοδος: Προϊστορική, Ελληνιστική, Ρωμαϊκή
Φορέας Προστασίας: ΙΣΤ' ΕΠΚΑ
Αριθμός Υπουργικής Απόφασης, Αριθμός ΦΕΚ:
ΥΑ ΥΠΠΟ/ΑΡΧ/Α1/Φ43/58116/3056 π.ε./29-12-1994, ΦΕΚ 118/Β/23-2-1995
Κείμενο: Κηρύσεται Αρχαιολογικός χώρος o Λόφος Aράπης στην περιοχή Παλιουρίου καθώς και ο λόφος B του Aράπη, για προστασία οικισμού προϊστορικών, ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων.

Φωτογραφίες από τον λόφο Αράπης

ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ ΑΡΘΡΑ (LINKS):
Monday, August 30, 2021

Τα Μετόχια της χερσονήσου Κασσάνδρας
Επιφανείς Κασσάνδρας
Οι υγρότοποι της Κασσάνδρας από ιστορικο-αρχαιολογική άποψη
Λαογραφία & Πολιτισμός στην Κασσάνδρα
Η λίμνη Μαυρόμπαρα με τις σπάνιες χελώνες στο Πολύχρονο
Περιπατητικές Διαδρομές στην Χερσόνησο της Κασσάνδρας
Το πυροβόλο FLAK 30 των 20mm στην παραλία της Φούρκας
Ζωγράφοι-Γλύπτες
Λαϊκοί Οργανοπαίχτες & Τραγουδιστές της Κασσάνδρας
Λογοτέχνες-Συγγραφείς-Επιστήμονες της Κασσάνδρας
Οι Εκκλησίες & Τα Παρεκλήσια Της Κασσάνδρας (Φωτογραφίες)
Φεστιβάλ & Πολιτιστικές εκδηλώσεις στην Κασσάνδρα
Ιαματικά Λουτρά Αγίας Παρασκευής (SPA)
Παλαιοχριστιανική Βασιλική στη θέση Σωλήνας Καλλιθέας
Παναγία Φανερωμένη ξωκλήσι του 16ου αιώνα στην Νέα Σκιώνη
Βυζαντινός Πύργος & Αγίασμα του Αγίου Παύλου στην Νέα Φώκαια
Άγιος Αθανάσιος τοιχογραφημένος ναός της Φούρκας
Ξενοφών Παιονίδης επιφανής αρχιτέκτωνας από την Φούρκα
Άγια Τριάδα τοιχογραφημένος ναός του Κασσανδρινού
Εκκλησία της Παναγίας τοιχογραφημένος ναός (1619) της Καλάνδρας
Ο Φάρος στο Ποσείδι
Τα παλιά σπίτια της Κασσάνδρειας
Ο ανεμόμυλος της Κασσάνδρειας
Ο γεροπλάτανος της Κασσάνδρειας
Παλαιοντολογικά ευρήματα στην Κρυοπηγή
Υγρότοποι Νέας Φώκαιας (NATURA 2000)
Το Σπήλαιο στα Λουτρά της Αγίας Παρασκευής Χαλκιδικής
Μικρό αφιέρωμα στους εκλεγμένους Πολιτικούς της Κασσάνδρας
Μοτέλ Ξενία Παλιουρίου (1962)
Sunspot Web Design
www.kassandra-halkidiki.gr
ΧΕΡΣΟΝΗΣΟΣ ΚΑΣΣΑΝΔΡΑΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ
ΠΛΗΡΗΣ Τουριστικός & Πολιτιστικός Οδηγός
ΦΩΤΟΓΡΑΦΗΣΗ - ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ & ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑΣ
ΜΑΙΡΗ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ & ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΚΑΤΣΑΡΙΝΗΣ
63077 Πεζόδρομος Κασσάνδρειας Χαλκιδικής
ΤΗΛ.: +302374023330 & +306946676500
e-mail:
© Sunspot Web Design 2008-2024 ®
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση
Thursday, March 31, 2022
και γενικά η αναπαραγωγή των κειμένων της ιστοσελίδας, με οποιοδήποτε μέσο ή τρόπο, τμηματικά ή περιληπτικά, χωρίς γραπτή άδεια του δημιουργού. Οι φωτογραφίες αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία του Sunspot Web Design, βάσει του νόμου 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης της Βέρνης (που έχει κυρωθεί με το νόμο 100/1975). Σημειώνεται ότι η πνευματική ιδιοκτησία αποκτάται χωρίς καμία διατύπωση και χωρίς την ανάγκη ρήτρας απαγορευτικής των προσβολών της. Όλες οι δημοσιευμένες φωτογραφίες αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία των φωτογράφων και διέπονται από τους νόμους του Ελληνικού Κράτους περί πνευματικών δικαιωμάτων. Δεν επιτρέπεται να αναπαράγετε τo site, εξ ολοκλήρου ή τμηματικά, χωρίς την έγγραφη άδεια των διαχειριστών. Εάν επιθυμείτε να χρησιμοποιήσετε μία ή περισσότερες από τις φωτογραφίες για παρουσίαση σε έντυπο ή ηλεκτρονικό μέσο, υποχρεούστε να αναφέρετε στην ίδια σελίδα και σε ευκρινές σημείο το website: www.kassandra-halkidiki.gr ως πηγή των εικόνων (link).

Συνεργαζόμενες ιστοσελίδες:
HALKIDIKI GREECE
KASSANDRA'S DRINK, EAT & LEARN GUIDE
Κασσάνδρεια Χαλκιδικής
Kassandra Hotels